Το βίντεο του ερευνητικού κέντρου Forensic Architecture φωτίζει νέες πτυχές στην υπόθεση της δολφονίας Φύσσα. Σε αυτή την κάμερα φαίνεται ο κατηγορούμενος για τη δολοφονία Γιώργος Ρουπακιάς όταν φτάνει στη λεωφόρο Π. Τσαλδάρη.
(Κείμενο: Γιάννης Παπαδόπουλος, Καθημερινή, 14/9/2018)
Ηταν δύο λεπτά μετά τα μεσάνυχτα, 18η Σεπτεμβρίου 2013, όταν κάμερα ασφαλείας σε κατάστημα εσωρούχων στην πρώην λεωφόρο Παναγή Τσαλδάρη κατέγραψε τη φιγούρα του Γιώργου Ρουπακιά. Είχε κατέβει προσωρινά από το αυτοκίνητό του κοιτάζοντας προς το σημείο που λίγο αργότερα θα γινόταν σκηνή εγκλήματος. Σε δευτερόλεπτα φαίνεται να μπαίνει πάλι μέσα, να κάνει οπισθογωνία, να οδηγεί κόντρα στο ρεύμα κυκλοφορίας και να σταματά εκεί όπου βρισκόταν ο Παύλος Φύσσας. Στις 00.04.06, στο πλάνο της ίδιας κάμερας, στη γωνία πάνω αριστερά, παρατηρούνται φιγούρες να τρέχουν μακριά από το σημείο της δολοφονίας.
Πέντε χρόνια πέρασαν από εκείνη τη νύχτα. Το βίντεο του ερευνητικού κέντρου Forensic Architecture, όμως, που προβλήθηκε πρόσφατα στη δίκη της Χρυσής Αυγής φωτίζει τώρα νέες πτυχές στην υπόθεση. Επιβεβαιώνει τις μαρτυρίες για τη συντονισμένη κίνηση των χρυσαυγιτών που κατέφθασαν από τα γραφεία της Νίκαιας, αναδεικνύει τα κενά στις καταθέσεις αστυνομικών που βρέθηκαν στο σημείο και εγείρει ερωτήματα για το εάν αδράνησαν και εάν μπορούσαν με κάποια παρέμβασή τους να αποτρέψουν τη δολοφονία.
Το κέντρο Forensic Architecture έχει ως έδρα του το πανεπιστήμιο Goldsmiths στο Λονδίνο. Σε αυτό μετέχουν αρχιτέκτονες, προγραμματιστές, δικηγόροι, ακαδημαϊκοί. Αλλες έρευνές τους έχουν παρουσιαστεί σε εξεταστικές επιτροπές ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και σε δικαστήρια διεθνούς δικαίου.
Τον Απρίλιο του 2017 είχαν την πρώτη συνεννόηση με την οικογένεια Φύσσα για να εξετάσουν ως τεχνικοί σύμβουλοι το οπτικοακουστικό υλικό από τη βραδιά της δολοφονίας. Ξεκίνησαν τη μελέτη τους τον Σεπτέμβριο του 2017 και την ολοκλήρωσαν τον Ιούλιο του 2018. Αξιοποίησαν μαρτυρίες, καταθέσεις, ηχητικά αρχεία από τις διαβιβάσεις αστυνομικών της ομάδας ΔΙ.ΑΣ. και του ΕΚΑΒ, καθώς και το πολύτιμο πολύωρο αρχείο καμερών από καταστήματα ένδυσης, ενός φαρμακείου και μιας τράπεζας. Χρειάστηκε και επιτόπια έρευνα για να καταγράψουν τη μορφολογία της περιοχής και τις αποστάσεις προτού επεξεργαστούν όλα τα δεδομένα.
Υλικό από κάμερες, καταθέσεις και ηχητικά αρχεία μελετήθηκαν από τους ερευνητές. (Φωτογραφία: Forensic Architecture).
Ο συντονισμός
Οι ερευνητές Χριστίνα Βαρβία, Στέφανος Λεβίδης και Σιμόν Ρόουατ, υπό τον διευθυντή του κέντρου Αϊαλ Γουάιζμαν, υπογράφουν μια έκθεση 49 σελίδων με τα ευρήματά τους, ενώ το αναλυτικό τους βίντεο, διάρκειας 43 λεπτών, προβλήθηκε στη δίκη της Χρυσής Αυγής και μέσα στις επόμενες εβδομάδες αναμένεται να παρουσιαστεί σε δημόσια εκδήλωση.
Ο κ. Λεβίδης εξηγεί στην «Κ» ότι σχεδόν όλα τα βίντεο είχαν απόκλιση από τους πραγματικούς χρόνους, καθώς οι κάμερες ασφαλείας δεν είχαν ρυθμιστεί με ακρίβεια από τους ιδιοκτήτες τους. Οπως διαπίστωσαν οι ερευνητές, ακόμη και η εκτίμηση αυτών των χρονικών αποκλίσεων που πραγματοποίησε σε έκθεσή της η Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία, φαίνεται να είναι λανθασμένη. Στόχος των μελών του Forensic Architecture ήταν να συντονίσουν όλο αυτό το υλικό που διέθεταν στον χώρο και στον χρόνο (να βρουν τη χρονική σφραγίδα) ώστε να προκύψουν η θέση των εμπλεκομένων προσώπων και η ακριβής αλληλουχία των γεγονότων. Η «Κ» έχει πρόσβαση στο υλικό της έρευνας και παρουσιάζει αναλυτικά τα βασικά ευρήματά της.
Το χρονικό
Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, στις 23.54.14 γίνεται η πρώτη κλήση στην ομάδα ΔΙ.ΑΣ. Στις 23.58.11 εμφανίζονται τέσσερις μοτοσικλέτες με αστυνομικούς (πρόκειται για τις ομάδες 408-01 «Κερατσίνι» και 410-01 «Πέραμα») όπως φαίνεται σε κάμερα της Π. Τσαλδάρη. Οι αστυνομικοί, όμως, κατέθεσαν ότι δεν είχαν λάβει κλήση για παρέμβαση από τα κεντρικά μέχρι και τις 23.59. Μάλιστα στις 00.01.26 ο επικεφαλής της ομάδας του «Κερατσινίου» δηλώνει στον ασύρματο ότι μόνο μία ομάδα ήταν παρούσα.
Το χρυσαυγίτικο κονβόι, όπως καταγράφηκε από κάμερες στο Κερατσίνι. Εφτασαν συντονισμένα αναζητώντας το στόχο τους. (Φωτογραφία: Forensic Architecture).
Στο μεταξύ, στις 23.59.08 κάμερες που βρίσκονταν στα νούμερα 28, 40, 42, 46 της Π. Τσαλδάρη αποτυπώνουν το κονβόι των χρυσαυγιτών. Οκτώ μοτοσικλέτες ακολουθούμενες από δύο αυτοκίνητα κινούνται με ταχύτητα στον δρόμο. Το αρχικό σημείο συνάντησής τους, όπως προκύπτει και από υλικό της δικογραφίας, ήταν τα γραφεία της Χρυσής Αυγής στη Νίκαια. Το πρώτο από τα δύο αυτοκίνητα ταιριάζει οπτικά με το όχημα του Γιώργου Ρουπακιά, ένα ασημί Nissan Almera.
Κι ενώ η πομπή των χρυσαυγιτών κατευθύνεται προς την καφετέρια «Κοράλι», οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι αστυνομικοί της ΔΙ.ΑΣ. δεν παρέμειναν στο σημείο συνεχώς, αλλά έκαναν τον κύκλο του οικοδομικού τετραγώνου – κάτι που δεν διαβίβασαν στα κεντρικά, ούτε ανέφεραν στις καταθέσεις τους.
Στις 00.01.49 κάμερα δείχνει τους φίλους του Φύσσα να τρέχουν για να ξεφύγουν επί της Τσαλδάρη. Στην ίδια κάμερα στις 00.02.10 εμφανίζεται το αυτοκίνητο που παραπέμπει σε εκείνο του Ρουπακιά. Στις 00.03.00 κινείται ενάντια στην κυκλοφορία πλησιάζοντας το σημείο όπου βρισκόταν ο Παύλος Φύσσας.
Ο Γ. Ρουπακιάς, κατηγορούμενος για τη δολοφονία Φύσσα, εικονίζεται στο βίντεο. (Φωτογραφία: Forensic Architecture).
Οι ερευνητές του Forensic Architecture διαπίστωσαν ότι οι αστυνομικοί βρίσκονταν στο σημείο του εγκλήματος τουλάχιστον δύο λεπτά πριν από τη δολοφονία και ότι οι φιγούρες τους στα βίντεο τους τοποθετούν στο ίδιο σημείο και εντός του χρονικού πλαισίου της δολοφονίας. Στις 00.05.20 αστυνομικός διαβιβάζει στο κέντρο επιχειρήσεων ότι ο Φύσσας έχει τραυματιστεί.
«Αναπνέει το παιδί;»
Οσο αναμένουν την άφιξη ασθενοφόρου, ένας εκ των αστυνομικών προσπαθεί να πάρει οδηγίες από το ΕΚΑΒ για το πώς θα μπορούσε να βοηθήσει το θύμα της επίθεσης. Από το ηχητικό αρχείο της συνομιλίας φαίνεται ότι επικρατεί πανικός. «Αναπνέει το παιδί;» ρωτούν τον αστυνομικό από το κέντρο του ΕΚΑΒ. «Δεν ξέρω, πώς να το δω; Πώς να το δω φίλε μου; Πες μου, πώς να τον δω;» ακούγεται ο αστυνομικός και κατόπιν ζητάει ξανά βοήθεια: «Δεν έχει βλέμμα το παιδί. Τι να κάνω, πες μου. Πες μου σε παρακαλώ, είναι μες στα αίματα. Πες μου, κάποιον δώσε μου».