Βερολίνο, 8 Μαΐου 1931. Σύμφωνα με τη λεζάντα του πρακτορείου Ασοσιέιτεντ Πρες, «χιλιάδες οπαδοί του Χίτλερ έχουν περικυκλώσει το δικαστήριο για να τον δουν έστω και φευγαλέα, αλλά η αστυνομία είχε αυστηρές εντολές να μην αφήσει επισκέπτες ή φωτογράφους», ASSOCIATED PRESS.
(Κείμενο: Θανάσης Καμπαγιάννης*, “Το Φάντασμα της Ιστορίας” – ΕφΣυν, 26/10/2019. Επιμέλεια: Τάσος Κωστόπουλος)
Η δίκη της Χρυσής Αυγής βαίνει πλέον στην τελική ευθεία, με την ολοκλήρωση των απολογιών των κατηγορούμενων διευθυντικών στελεχών της ναζιστικής εγκληματικής οργάνωσης. Στις 30 Οκτωβρίου και τις 6 Νοεμβρίου έχουν κληθεί και αναμένονται με μεγάλο ενδιαφέρον στο εδώλιο ο πρώην βουλευτής Πειραιά -νυν ανεξάρτητος ευρωβουλευτής- Γιάννης Λαγός και, τελευταίος, ο Αρχηγός της Χρυσής Αυγής Νικόλαος Μιχαλολιάκος. Ο Λαγός διατέλεσε σωματοφύλακας του Μιχαλολιάκου και άνθρωπος της απολύτου εμπιστοσύνης του.
Ως περιφερειάρχης Πειραιά και οργανωτής των σημαντικότερων ομάδων κρούσης της οργάνωσης (Νίκαια, Πέραμα, Πειραιάς), εμπλέκεται και στις τρεις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις (ανθρωποκτονία Φύσσα, απόπειρες ανθρωποκτονιών Αιγύπτιων αλιεργατών και κομμουνιστών συνδικαλιστών), αλλά και σε πλήθος άλλων επιθέσεων της Χρυσής Αυγής που το δικαστήριο συνεξετάζει.
Πώς θα χειριστούν οι κατηγορούμενοι τη μεταξύ τους σχέση ενώπιον του δικαστηρίου υπό τη δαμόκλειο σπάθη ποινών πολύχρονης κάθειρξης; Το φάντασμα της Iστορίας ρίχνει βαριά τη σκιά του στην αίθουσα του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων της Αθήνας.
Το γερμανικό πρότυπο
Οι σχέσεις της Χρυσής Αυγής με το ναζιστικό αρχέτυπο, το NSDAP (Nationalsozialistische Deutsche Arbeiterpartei, Εθνικοσοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα), είναι ιστορικά αποδεδειγμένες. Μετά από μια περίοδο άμεσης τρομοκρατικής δράσης στη διάρκεια των πρώτων μεταπολιτευτικών χρόνων, ο Μιχαλολιάκος αντέγραψε το πολιτικό εγχείρημα του Αδόλφου Χίτλερ, που μετά τη φυλάκισή του για το αποτυχημένο Πραξικόπημα της Μπιραρίας το 1923 αποφάσισε να στραφεί στον «δημοκρατικό δρόμο».
Στην πραγματικότητα επρόκειτο για έναν συνδυασμό νόμιμης πολιτικής δράσης (συμμετοχή στις εκλογές) και παραστρατιωτικής τρομοκρατικής βίας κατά των πολιτικών και ιδεολογικών αντιπάλων, με τον ίδιο πάντοτε στόχο: την κατάργηση της δημοκρατίας, το τσάκισμα του οργανωμένου εργατικού κινήματος και της Αριστεράς, τη ρευστοποίηση κάθε αντιπολίτευσης στο εσωτερικό της Γερμανίας και την προετοιμασία για έναν νέο μεγάλο πόλεμο, ρεβάνς του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Οργανο αυτής της βίας ήταν τα περίφημα «Τάγματα Εφόδου» (Sturmabteilung ή SA), τα οποία εμφανίστηκαν αρχικά ως ομάδες περιφρούρησης των εκδηλώσεων του (πρόδρομου του) Ναζιστικού Κόμματος (Saalschutzabteilung), βαφτίστηκαν στη συνέχεια «Τμήματα Αθλητισμού» (Sportabteilung), και εν τέλει καθιερώθηκαν ως τα «Τάγματα Εφόδου» που γνωρίζουμε.
Οι στρατιωτικοποιημένες αυτές ομάδες ένστολων νεαρών αντρών, μελών του NSDAP, παρήλαυναν στους δρόμους των γερμανικών πόλεων με τις χαρακτηριστικές καφέ στολές και τα περιβραχιόνια με τις σβάστικες, συγκρούονταν με τα μέλη του Κομμουνιστικού (KPD) και του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD), δηλώνοντας απόλυτη πίστη και υπακοή στον Φίρερ, που εκτός από «Αρχηγός» του κόμματος ήταν και ο Ανώτατος Διοικητής τους. Οταν ο Χίτλερ έπαιρνε την εξουσία τον Ιανουάριο του 1933, τα SA αριθμούσαν δύο εκατομμύρια «στρατιώτες».
Πώς όμως διαχειρίστηκε η ναζιστική ηγεσία την αντίφαση ανάμεσα στη στρατηγική της φαινομενικής νομιμότητας και στη σχεδιασμένη βία των ταγμάτων εφόδου; Η αντίφαση οξυνόταν ιδίως στις μεγάλες πόλεις, όπως στο Βερολίνο, όπου η Αριστερά ήταν δυνατή και διέθετε τις δικές της μαχητικές οργανώσεις.
Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 1930 το NSDAP κατόρθωσε να πάρει 18,3% (από 2,6% στις εκλογές του 1928) και να καταστεί σημαντικός πολιτικός παίκτης. Ομως στις μεγάλες πόλεις, το Κομμουνιστικό Κόμμα ήταν ισχυρό. Στο Βερολίνο, το KPD ερχόταν πρώτο με 27,3%, ακολουθούσε το SPD με 27,2% και το Ναζιστικό Κόμμα έπαιρνε 14,6%, ενώ στις φτωχότερες εργατογειτονιές της πόλης τα ποσοστά του KPD έφταναν σε ποσοστά μέχρι και 43%.
Οι περιοχές αυτές έπρεπε στην κυριολεξία να «κατακτηθούν». Ετσι, η ενίσχυση του NSDAP περνούσε μέσα από μια οργανωμένη εκστρατεία εδαφικού ελέγχου των γειτονιών από τα SA και κατάληψης «ζωτικού χώρου», αξιοποιώντας συχνά ένα δίκτυο από ταβέρνες οι οποίες, αφού περιέρχονταν στον έλεγχο των ναζί, λειτουργούσαν ως ορμητήρια αιματηρών επιθέσεων. Η δίκη μιας τέτοιας δολοφονικής επίθεσης αποκάλυψε τις δύσκολες ισορροπίες που καλούνταν να κρατήσει η ναζιστική ηγεσία.
Ο λαγός της Δικαιοσύνης
Την 22α Νοεμβρίου του 1930, τριάντα μέλη ενός από τα πια διαβόητα τάγματα των SA του Βερολίνου, του Sturm 33, επέδραμαν από την ταβέρνα του Ράισινγκ στο Σαρλότενμπουργκ σε ένα γνωστό νυχτερινό στέκι αριστερών, συνδικαλιστών και μελών του KPD, το Tanzpalast Eden. Εισέβαλαν στο κατάστημα, αναζήτησαν άτομα που (σύμφωνα με τον μεταγενέστερο ισχυρισμό τους στο δικαστήριο) τους είχαν προπηλακίσει και τα πυροβόλησαν εν ψυχρώ.
Τα θύματα της επίθεσης ευτυχώς επέζησαν και τέσσερα μέλη των SA συνελήφθησαν: ο επικεφαλής του τάγματος Κόνραντ Στιφ και οι Αρμπερτ Μπέρλιχ, Μαξ Λίμπσερ και Ρούντολφ Βάσερμαν.
Η δίκη για τα αδικήματα της απόπειρας ανθρωποκτονίας, διατάραξης οικιακής ειρήνης κ.λπ., έγινε τον Μάιο του 1931. Ομως στο ενδιάμεσο, το NSDAP διήλθε μια σημαντική εσωκομματική κρίση.
Τον Απρίλιο του 1931, ο διοικητής των SA στο Βερολίνο και πρώην αστυνομικός διευθυντής Bάλτερ Στένες αποπέμφθηκε από τον Χίτλερ γιατί πρόκρινε μια πιο «αντισυστημική» γραμμή: σε αντίθεση με τον Χίτλερ, που έβλεπε τη βία των SA ως διαπραγματευτικό χαρτί για την παραχώρηση της εξουσίας από το αστικό πολιτικό καθεστώς, ο Στένες ήθελε για τα SA έναν κεντρικότερο και οργανωτικά πιο αυτόνομο ρόλο.
Στο πλαίσιο αυτής της αντιπαράθεσης, ο Χίτλερ επικαλέστηκε το Führerprinzip, την «αρχή του Αρχηγού», σύμφωνα με την οποία ο Στένες θα έπρεπε να τον υπακούσει χωρίς αντιλογία.
Στην αρθρογραφία του, ο Χίτλερ κατηγόρησε τον Στένες ότι «σε όλη του τη ζωή δεν κατόρθωσε ποτέ να φτιάξει τίποτα παραπάνω από κάποιες ομάδες κρούσης». Ετσι, όμως, αποκαλυπτόταν ο πραγματικός χαρακτήρας ομάδων σαν το Sturm 33, των οποίων ο Στένες ήταν διοικητής.
Αποτέλεσμα αυτής της δημόσιας αντιπαράθεσης ήταν η κλήση του Χίτλερ ως μάρτυρα στη δίκη των 4 μελών του Sturm 33. Η κλήση έγινε με πρωτοβουλία της πολιτικής αγωγής και ο στόχος, πέραν από νομικός, ήταν προφανώς πολιτικός: να αποκαλυφθεί ο βίαιος χαρακτήρας του πολιτικού προγράμματος του NSDAP και να αποσταθεροποιηθεί η πολιτική ισορροπία ανάμεσα στη «νομιμότητα» και τη δράση των Ταγμάτων Εφόδου.
Ο Χίτλερ εμφανίστηκε όντως στο δικαστήριο στις 8 Μαΐου του 1931 κι έτσι -χάρη στην πρωτοβουλία του δικηγόρου των θυμάτων, Χανς Λίτεν- διαθέτουμε σήμερα μια ιστορική κατάθεση, μικρό απόσπασμα της οποίας παραθέτουμε παρακάτω.
Η κατάθεση του Χίτλερ: «Το Κόμμα μας απορρίπτει τις βίαιες μεθόδους»…
Πρόεδρος (Κουρτ Ονεζοργκ): Ο ισχυρισμός της πολιτικής αγωγής είναι ότι το Sturm 33, στο οποίο οι 4 κατηγορούμενοι ανήκουν, είναι μια ομάδα κρούσης. Οτι αυτή η ομάδα κρούσης είναι οργανωμένη με στόχο να φέρει εις πέρας σχεδιασμένες και προμελετημένες δολοφονίες και ότι αυτό το σχέδιο είναι εν γνώσει της ηγεσίας του Κόμματος και εγκεκριμένο από αυτήν. Γνωρίζετε το Sturm 33; Γνωρίζετε τους ηγέτες του;
Χίτλερ: Οχι, είναι απολύτως αδύνατο οποιαδήποτε ομάδα των SA στο Βερολίνο να πίστεψε ότι της έχει δοθεί μια τέτοια αποστολή, η οποία αποκλείεται από τις βασικές αρχές του Κόμματος. Το Κόμμα απορρίπτει τις βίαιες μεθόδους. Τα SA δεν δημιουργήθηκαν για να δρουν με βόμβες και χειροβομβίδες. Δημιουργήθηκαν με την αποστολή να προστατεύουν το Κόμμα ενάντια στην τρομοκρατία της Αριστεράς και για να φέρουν εις πέρας προπαγανδιστικές λειτουργίες. Είμαι της άποψης ότι ομάδες κρούσης θα ήταν αδύνατες, αφού ένα τέτοιο γεγονός θα γινόταν αμέσως γνωστό. Ισχυρίζονται ότι εγώ ο ίδιος παραδέχτηκα τον σχηματισμό ομάδων κρούσης σε άρθρο που έγραψα, με αφορμή την αποπομπή του Στένες από τη θέση του στο Κόμμα. Εχω ήδη εξηγήσει ότι οι Εθνικοσοσιαλιστές είναι στον πυρήνα τους με τη νομιμότητα… Αν κάποιος υπονοεί ότι ο Στένες έφτιαξε ομάδες κρούσης με τις εντολές του Κόμματος είναι καταγέλαστος…
Πρόεδρος: Εννοούσατε ότι ο Στένες έφτιαξε ομάδες κρούσης πριν μπει στο Κόμμα;
Χίτλερ: Η έννοια «ομάδες κρούσης» έχει λάβει ένα απολύτως γελοίο νόημα εδώ μέσα… Τα SA απαγορεύεται να εκτελούν ή να προκαλούν βίαιες ενέργειες. Αλλά στην περίπτωση της αυτοάμυνας, είναι δύσκολο να πει κανείς πού βρίσκεται το όριο ανάμεσα στην άμυνα και την επίθεση. Οταν ένας άντρας των SA καταδιώκεται επί μήνες από τους κόκκινους δολοφόνους…
Πρόεδρος: Παρακαλώ να αποφεύγετε τέτοιες εκφράσεις.
Χίτλερ:… όταν καταδιώκεται επί μήνες, μπορώ να φανταστώ ότι, σε μια κατάσταση ανάγκης, δεν θα κατάφερνε να διακρίνει το όριο. Αλλά, αν ένας άντρας των SA πραγματικά το ξεπεράσει δεν μπορείς να καταστήσεις κάποιον υπόλογο. Ούτε μια φορά η ηγεσία του Κόμματος δεν είπε το σύνθημα: «Τσακίστε τον αντίπαλο μέχρι θανάτου! Τσακίστε τους κομμουνιστές ή το SPD μέχρι θανάτου». Αυτές οι εκφράσεις έχουν χρησιμοποιηθεί μόνον από την άλλη πλευρά… Εχω ήδη επιμείνει ότι στο άρθρο μου δεν εννοούσα τη δραστηριότητα του Στένες μέσα στο Κόμμα, αλλά πριν αυτός μπει στο Κόμμα…
Λίτεν: Είπατε ότι καμία βίαιη ενέργεια δεν τελείται από το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα. Αλλά στον Γκέμπελς δεν ανήκει το σύνθημα «Ο εχθρός πρέπει να τσακιστεί μέχρι να γίνει πολτός»;
Χίτλερ: Αυτό δεν πρέπει να εκληφθεί κυριολεκτικά! Σημαίνει ότι πρέπει κάποιος να νικήσει και να διαλύσει τις αντίπαλες οργανώσεις, όχι να επιτεθεί και να σκοτώσει τον αντίπαλο.
Λίτεν: Λέτε ότι είναι αδύνατο για τον ηγέτη ενός μεγάλου κινήματος να επιβλέπει το κίνημά του μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια. Αν οι κατώτεροι από εσάς ηγέτες είχαν δημιουργήσει ομάδες κρούσης, η ηγεσία του Κόμματος θα το μάθαινε;
Χίτλερ: Οχι μόνο η ηγεσία του Κόμματος, αλλά και οι τοπικές αρχές… Ως ηγέτης δεν μπορώ να κάνω κάτι άλλο εκτός του να δίνω αυστηρές εντολές. Αλλά αν μια ομάδα των SA εισέβαλλε σε μια ταβέρνα και έβλαπτε άκακους ανθρώπους, αυτό θα γινόταν γνωστό στην ηγεσία του Κόμματος, θα στέλναμε αμέσως μια εξελεγκτική επιτροπή και το πειθαρχικό των SA, και δεν θα σταματούσαμε με τίποτα μέχρι να διώξουμε αυτούς τους ανθρώπους μας.
Ερώτηση (μέσω του προέδρου): Οταν ο Χίτλερ έκανε τον Γκέμπελς επικεφαλής Προπαγάνδας του Ράιχ γνώριζε το κείμενο από το βιβλίο του στο οποίο ο Γκέμπελς δηλώνει ότι δεν πρέπει να απαρνηθούμε την επανάσταση, ότι το Κοινοβούλιο πρέπει να διαλυθεί και η κυβέρνηση να διωχθεί μέχρις εσχάτων…;
Χίτλερ: Δεν μπορώ να ορκιστώ αν γνώριζα το βιβλίο του Γκέμπελς τότε. Η θέση του είναι χωρίς καμία αξία για το Κόμμα, καθώς το φυλλάδιο δεν φέρει το έμβλημα του Κόμματος και δεν είναι επίσημα επικυρωμένο από το Κόμμα…
Λίτεν: Ωστοσο, δεν διώξατε πειθαρχικά ή δεν αποπέμψατε τον Γκέμπελς, τουναντίον τον κάνατε επικεφαλής Προπαγάνδας…
Χίτλερ: Ολο το Κόμμα βασίζεται στην αρχή της νομιμότητας, το ίδιο και ο Γκέμπελς.
(μετά το διάλειμμα)
Λίτεν: Είναι σωστό ότι το φυλλάδιο του Γκέμπελς έχει πλέον εκδοθεί από τις κομματικές εκδόσεις κι έχει τυπωθεί σε 120.000 αντίτυπα; Μόλις έμαθα ότι το φυλλάδιο επικυρώθηκε από το Κόμμα, πωλείται σε όλες τις εκδηλώσεις του Γκέμπελς και είναι διαθέσιμο στα κομματικά βιβλιοπωλεία, σε αντίθεση με τις διακηρύξεις του Χίτλερ περί νομιμότητας.
Πρόεδρος: Κύριε Χίτλερ, στην πρωινή συνεδρίαση πράγματι καταθέσατε ότι το κείμενο του Γκέμπελς δεν είναι επίσημη κομματική έκδοση.
Χίτλερ: Οχι, δεν είναι. Ενα κείμενο καθίσταται επίσημο όταν φέρει τη σφραγίδα του Κόμματος.
Λίτεν: Πώς είναι δυνατόν οι κομματικές εκδόσεις να τυπώνουν ένα κείμενο που βρίσκεται σε άμεση αντίφαση με την κομματική γραμμή;
Πρόεδρος (απαγορεύει την ερώτηση): Αυτό δεν έχει καμία σχέση με την παρούσα δίκη.”
(μετάφραση από το βιβλίο του Αμερικανού πανεπιστημιακού Benjamin Carter Hett, «Crossing Hitler, The man who put the Nazis on the Witness Stand», Ν. Υόρκη 2008, σελ. 263-275).
Κοντολογίς, ο Χίτλερ αρνήθηκε ότι γνώριζε τους ηγέτες του Sturm 33, όπως και κάθε άλλη σχέση με την υπόθεση. Υπερασπίστηκε τα Τάγματα Εφόδου σαν ομάδες περιφρούρησης των εκδηλώσεων του NSDAP και επανέλαβε την προσήλωσή του στη νομιμότητα. Δικαιολόγησε, βέβαια, την «αυτοάμυνα» των μελών των SA όταν προκαλούνται από τους αντιπάλους τους. Ξεκαθάρισε πως η αναφορά του στον Στένες αφορούσε την περίοδο που αυτός δεν ήταν στο κόμμα. Απέδωσε μεταφορική σημασία στην εμπρηστική ρητορική του Γκέμπελς. Και αρνήθηκε κάθε δήλωση ή κείμενο πέραν των επίσημα εκφρασμένων θέσεων του κόμματος. Το δικαστήριο όρκισε τον Χίτλερ (ο όρκος έπεται της κατάθεσης, απόφαση που εναπόκειται στο δικαστήριο, αναλόγως αν υπάρχει εκτίμηση για ψευδορκία) και ο μάρτυρας αποχώρησε, με τους κατηγορούμενους να τον χαιρετούν με προτεταμένη τη δεξιά.
Η απόφαση του δικαστηρίου επιβεβαίωσε τη ραθυμία με την οποία η γερμανική δικαστική εξουσία αντιμετώπιζε συστηματικά την παραστρατιωτική βία των SA, καθώς καταδίκασε τους τρεις από τους τέσσερις κατηγορούμενους σε ποινή μόλις δυόμισι χρόνων φυλάκισης. Με δεδομένο ότι αυτή ήταν μια από τις πολλές ανάλογες δίκες της εποχής, δεν ξέρουμε τι θα είχε συμβεί αν η γερμανική Δικαιοσύνη στον Μεσοπόλεμο είχε κινηθεί αποφασιστικά κατά της ναζιστικής ηγεσίας και την είχε καταστήσει υπόλογη για τις εγκληματικές πράξεις της στρατιωτικής δομής της οποίας προΐστατο. Ισως τα πράγματα να είχαν εξελιχθεί διαφορετικά.
Από το Βερολίνο στην Αθήνα
Η Ιστορία δεν επαναλαμβάνεται. Κάθε εποχή είναι ιστορικά μοναδική και κάθε γεγονός ιστορικά ανέκδοτο. Ωστόσο, κοιτώντας το παρελθόν και παρατηρώντας το παρόν, μπορεί να βρει κανείς κοινές τάσεις και ιστορικά μοτίβα, ιδίως όταν παραπλήσιες στρατηγικές ακολουθούνται από πολιτικά υποκείμενα με κοινό ιδεολογικό υπόβαθρο κι έρχονται αντιμέτωπες με αντίθετες πολιτικές δυνάμεις και το κράτος.
Ο Μιχαλολιάκος, στη μακρά πολιτική του πορεία, έχει ακολουθήσει πιστά το εγχειρίδιο του ναζιστικού κόμματος. Η οικοδόμηση ομάδων κρούσης, ενταγμένων στον πυρήνα της οργάνωσης που καλύπτεται από τον κομματικό-κοινοβουλευτικό μανδύα (το περίφημο «νόμιμο πολιτικό κόμμα») ακολουθεί πιστά το χιτλερικό μοντέλο. Αν αξίζει όμως να εντοπίσουμε κάτι αυτό δεν είναι οι ομοιότητες, αλλά οι διαφορές μεταξύ των δύο δικαστικών υποθέσεων που μας απασχόλησαν εδώ, εν όψει των τελικών απολογιών στη δίκη της Χρυσής Αυγής.
Συνοψίζουμε:
1) Ο Μιχαλολιάκος δεν καλείται ως μάρτυρας, αλλά ως κατηγορούμενος για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης που τελούσε κακουργηματικές πράξεις, με σημαντικότερη τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα που τελέστηκε από την Ασφάλεια της τοπικής Νίκαιας, κομμάτι της οποίας ήταν και ο Ρουπακιάς. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με το ότι κατηγορούμενος είναι και ο Λαγός, δυσκολεύει κατά πολύ το έργο και των δύο καλούμενων από το δικαστήριο. Ο Μιχαλολιάκος μπορεί βέβαια να «κάψει» τον (αποχωρήσαντα, πλέον) Λαγό, αποδίδοντάς του την αποκλειστική ευθύνη των επιμέρους κακουργημάτων που διερευνά το δικαστήριο. Αλλά και ο Λαγός μπορεί να ανταποδώσει σε είδος, δηλώνοντας ότι οι ενέργειές του δεν ήταν ποτέ αυτόβουλες, αλλά τελούνταν στο πλαίσιο της ιεραρχίας της οργάνωσης.
2) Ο Μιχαλολιάκος δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν γνώριζε την ηγεσία της τοπικής της Νίκαιας, το ίδιο ισχύει δε και για τα υπόλοιπα ηγετικά στελέχη. Ο επικεφαλής της τοπικής της Νίκαιας, κατηγορούμενος Γιώργος Πατέλης, ήταν έμμισθο στέλεχος της Χρυσής Αυγής και εργαζόταν στην είσοδο των κεντρικών γραφείων στη Μεσογείων. Την επομένη της δολοφονίας Φύσσα, λίγες δηλαδή ώρες αφού είχε στείλει το μοιραίο μήνυμα που συγκέντρωσε την «Ασφάλεια» (όπως ήταν η επίσημη ονομασία του Τάγματος Εφόδου) στα γραφεία της Νίκαιας με κατεύθυνση την καφετέρια όπου βρισκόταν ο Παύλος, πήγε κανονικά στη δουλειά του, όπου και συνάντησε όλα τα ηγετικά στελέχη της Χρυσής Αυγής.
3) Ο Μιχαλολιάκος και ο Λαγός δεν μπορούν να ισχυριστούν ότι «δεν γνώριζαν» για τη δολοφονία Φύσσα. Ο Πατέλης επικοινώνησε με τον Λαγό πριν στείλει το μήνυμα κινητοποίησης της Ασφάλειας. Μέλη της Ασφάλειας επικοινώνησαν με τον περιφερειάρχη αμέσως μετά τη δολοφονία για να τον ενημερώσουν. Ο Μιχαλολιάκος ενημερώθηκε άμεσα από τον Λαγό, όπως πλέον έχει κατατεθεί από συγκατηγορούμενους (Μίχος) και μάρτυρες υπεράσπισης (Σπίνος). Και από την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου, προκύπτει συνεννόηση Λαγού, Κασιδιάρη και Μιχαλολιάκου με το μέλος της Κεντρικής Επιτροπής Σωτήρη Δεβελέκο, προκειμένου αυτός να μην αναγνωρίσει τον Ρουπακιά.
4) Ο Μιχαλολιάκος δεν διέγραψε ποτέ τον Λαγό ούτε κανέναν από τους δράστες των επίδικων εγκληματικών ενεργειών, αν και είχε προκληθεί να το πράξει από ένα παλιό και έμπιστο στέλεχος της Χρυσής Αυγής, τον τότε βουλευτή Εύβοιας Νικόλαο Μίχο. Ακόμα και όταν δημοσιοποιήθηκαν όλα τα ενοχοποιητικά στοιχεία, ο Μιχαλολιάκος συνέχισε να καλύπτει τον πρώην σωματοφύλακά του, με τον οποίο τελικά αποχωρίστηκε για λόγους παντελώς άσχετους με τις εγκληματικές ενέργειες.
5) Το σημαντικότερο: σήμερα, το έργο το έχουμε ξαναδεί. Η ηγεσία της Χρυσής Αυγής απέφυγε ήδη μια φορά την ποινική ευθύνη που θα έπρεπε να έχει επωμιστεί μετά την απόπειρα ανθρωποκτονίας του Δημήτρη Κουσουρή από τάγμα εφόδου της οργάνωσης, πριν από είκοσι χρόνια. Η είσοδός της στη Βουλή δεν λείανε, αλλά θέριεψε τις εγκληματικές της ορέξεις. Αν η δικαστική εξουσία αποφασίσει να επανανομιμοποιήσει τη ναζιστική οργάνωση, απαλλάσσοντας τους ηγέτες της από τις αποδεδειγμένες πλέον ποινικές τους ευθύνες και παραχωρώντας τους την παχυλή κρατική χρηματοδότηση που έχει παρακρατηθεί, τα τάγματα εφόδου της Χρυσής Αυγής θα επαναλειτουργήσουν. Το τι σήμανε ιστορικά αυτό το πολιτικό σχέδιο το γνωρίζουμε από τον ευρωπαϊκό Μεσοπόλεμο.
Οταν οι ναζί διέλυαν το Κοινοβούλιο, φυλάκιζαν τους πολιτικούς τους αντιπάλους και έβαζαν τις νομικές βάσεις των συστηματικών ρατσιστικών διακρίσεων κατά των Εβραίων πολιτών που κλιμακώθηκαν στη διάρκεια του Πολέμου και κατέληξαν στο Ολοκαύτωμα, δεν υπήρχε κανείς για να θυμίσει τους όρκους πίστης του Χίτλερ στη «νομιμότητα», κατά την κατάθεσή του στις 8 Μαΐου του 1931.
Σίγουρα όχι ο Χανς Λίτεν, ο δικηγόρος που έφερε τον Χίτλερ στο εδώλιο. Συνελήφθη το 1933, φυλακίστηκε, βασανίστηκε και κλείστηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Το 1938 αυτοκτόνησε στο Νταχάου, σε ηλικία 35 ετών. Στη μνήμη του είναι αφιερωμένο αυτό το κείμενο.
*δικηγόρος πολιτικής αγωγής στη δίκη της Χρυσής Αυγής.
? Διαβάστε:
▶ Benjamin Carter Hett, Crossing Hitler. The man who put the Nazis on the Witness Stand (Ν. Υόρκη 2008, εκδ. Oxford University Press). Βιογραφία του Γερμανοεβραίου δικηγόρου Χανς Λίτεν. Περιέχει εκτεταμένη αναφορά στη δίκη του Tanzpalast Eden, καθώς και την πληρέστερη μορφή της κατάθεσης του Χίτλερ στο δικαστήριο.
▶ Eve Rosenhaft, Beating the Fascists? The German Communists and Political Violence 1929–1933 (Κέμπριτζ 1983, εκδ. Cambridge University Press). Σημαντική συγκεντρωτική μελέτη για την απόπειρα των Γερμανών κομμουνιστών να αντιμετωπίσουν στον δρόμο τη βία των χιτλερικών Ταγμάτων Εφόδου κατά τα χρόνια της ανόδου του NSDAP στην εξουσία.
▶ Sergio Bologna, Ναζισμός και Εργατική Τάξη. Κρίση, κράτος πρόνοιας και αντιφασιστική βία στη Γερμανία του Μεσοπολέμου (Αθήνα 2011, εκδ. Antifa Scripta). Ιστορικο-πολιτική παρέμβαση στη συζήτηση για τον εθνικοσοσιαλισμό και την εργατική τάξη. Ξεχωριστό κεφάλαιο για την Kneipen Kampagne, την «εκστρατεία για τον έλεγχο των καπηλειών» από το NSDAP.
Πόσες ομοιότητες στη κατάθεση του Χίτλερ με τις καταθέσεις των χρυσαυγιτών…
Μπράβο Θανάση για το κείμενο!