«Καλά δεν του κάναμε; Είναι αλλοδαπός… μας κάνουν κακό» (Ο Δ. Χριστόπουλος για το Εφετείο Λουκμάν στο Βήμα)

 (Κείμενο: Δημήτρης Χριστόπουλος, Το Βήμα, 17/3/2019)

Πριν ακόμα ξημερώσει η 17η Ιανουαρίου 2013, δύο αστυνομικοί ειδοποιήθηκαν να μεταβούν στην οδό Τριών Ιεραρχών στα Πετράλωνα, όπου αντίκρισαν ημιθανή από εφτά μαχαιριές έναν νεαρό Πακιστανό. Λίγο αργότερα, μετά το θάνατό του, μάθαμε το όνομά του: Σαχζάτ Λουκμάν. Οι αστυνομικοί κάλεσαν το ΕΚΑΒ και αφού συνέλεξαν πληροφοριακό υλικό από αυτόπτες μάρτυρες, έδωσαν σήμα ότι αναζητούνται δύο άτομα που επέβαιναν σε ένα σκούτερ χωρίς πινακίδες. Λίγο αργότερα, κάποια άλλοι αστυνομικοί εντόπισαν τους δράστες και τους μετέφεραν στο Α.Τ. Πετραλώνων.

Εκεί οι προσαχθέντες δεν αρνούνται την ενοχή τους. Ούτε αρκούνται απλώς στην παραδοχή της. Εν θερμώ, υπερασπίζονται την ανθρωποκτονία. Όπως κατέθεσε στο Εφετείο ο αστυνομικός που ήταν στο Τμήμα τότε, η πρώτη τους κουβέντα ήταν: «Καλά δεν του κάναμε; Είναι αλλοδαπός, έρχονται στη χώρα μας και μας κάνουν κακό».

Ό,τι ακολούθησε κατόπιν, ήταν περίπου το αναμενόμενο. Μάλλον εύκολη υπόθεση, καθώς η ανθρωποκτονία έχει ομολογηθεί. Οι δύο δράστες συνελήφθησαν και δικάστηκαν. Η πρωτόδικη καταδίκη ήταν, ωστόσο, μια πολύ σημαντική απόφαση για τα ποινικά χρονικά της Ελλάδας διότι αναγνωρίζει κάτι προφανές αλλά εξόχως κρίσιμο: το ρατσιστικό κίνητρο της δολοφονίας. Οι δράστες δεν ήξεραν το θύμα. Το θύμα δεν ήξερε τους δράστες. Ο Λουκμάν δολοφονήθηκε όχι για κάτι που έκανε, αλλά για κάτι που ήταν: ήταν ένας άνθρωπος που λόγω του χρώματος του δέρματός του διακρίνεται ως αλλοδαπός.

Το ρατσιστικό κίνητρο της δολοφονίας

Είναι συγκλονιστικό ότι στις αρχές του 2013 στην Ελλάδα η ανθρωποκτονία που έχει ως κίνητρο την αλλοδαπότητα του θύματος δεν επιχειρείται να κρυφτεί. Το ρατσιστικό έγκλημα είναι αυτό που λέμε loud crime. Θέλει να το φωνάξει, όχι να προφυλαχθεί. Δύο κανονικοί άνθρωποι –όχι κάποιοι ψυχοπαθείς ας πούμε– σκοτώνουν έναν άλλον και στο κατόπιν ούτε να καλυφθούν δεν τρέχουν. Κι αυτό, διότι η αντίληψη που τους ωθεί στο φόνο τους έχει κάνει να πιστέψουν ότι ο φόνος αυτός ήταν δίκαιος και επιβεβλημένος καθώς οι ξένοι «μας κάνουν κακό».

Απέναντι μάλιστα σε μια επαγγελματική ομάδα όπως η Αστυνομία, οι δράστες όχι απλώς δεν δείχνουν τύψεις αλλά δεν εμφανίζουν και την παραμικρή διάθεση να προσποιηθούν. Πιθανώς και να θεωρούν τους αστυνομικούς «δικούς τους». Είμαστε ακόμη στις αρχές του 2013, και η δολοφονία του Λουκμάν δεν αρκεί φυσικά για να δρομολογήσει τις αλλαγές που πυροδότησε η δολοφονία του Φύσσα εννιά μήνες αργότερα. Ένας ανώνυμος Πακιστανός θυσιάζεται ευκολότερα στη ρατσιστική μανία σε σχέση με ένα παιδί, «σαν τα παιδιά μας». Μετά τον Λουκμάν πάντως ήταν ο Φύσσας. Η αίσθηση της ατιμωρησίας και της άρρωστης έπαρσης οδηγεί σε νέα εγκλήματα.

Η πρωτόδικη απόφαση για τη δολοφονία Λουκμάν δεν αφήνει κανένα περιθώριο παρερμηνείας: το έγκλημα έχει ρατσιστικά κίνητρα. Το δικαστήριο άκουσε αλλά δεν πείστηκε από τους ισχυρισμούς των δραστών ότι τάχα ο Λουκμάν τους προκάλεσε χειροδικώντας ή κλείνοντάς τους τον δρόμο με το ποδήλατό του. Εξάλλου, εφτά μαχαιριές στο θώρακα ενός ανθρώπου από ανθρώπους που ούτε μια πληγή δεν έφεραν από την υποτιθέμενη συμπλοκή, δείχνει ότι συμπλοκή δεν έγινε. Και πώς να γίνει αλήθεια; Υπάρχει η παραμικρή αληθοφάνεια στο παραπάνω σενάριο;

Οι δύο δράστες είδαν τον άτυχο Πακιστανό να περνά με το ποδήλατο σε ένα έρημο δρόμο στις τρεις και είκοσι το πρωί και τον σκότωσαν διότι ήταν Πακιστανός. Ούτε για το ποδόσφαιρο ούτε για πολιτικά ούτε για κάποιον άλλο λόγο διαφώνησαν. Για την ακρίβεια, δεν διαφώνησαν σε τίποτε: η εγκληματική τους ετοιμότητα ήταν τέτοια ώστε να μην χρειάζεται πρόσχημα.

Η απάντηση της συντεταγμένης δημοκρατίας

Η έννομη τάξη της Ελλάδας, όπως και οι περισσότερες έννομες τάξεις του κόσμου, επιφυλάσσουν μια αυστηρότερη μεταχείριση στα εγκλήματα ρατσιστικού κινήτρου. Θεωρούν ότι οι δράστες των εγκλημάτων ρατσιστικού κινήτρου είναι οι πιο επικίνδυνοι για τη δημόσια τάξη και την κοινωνική ειρήνη, καθώς στρέφονται απρόκλητα εναντίον οποιουδήποτε ανθρώπου πληροί τις φυλετικές ή άλλες προδιαγραφές του θύματός τους. Και το κάνουν αυτό, σπρωγμένοι από μια διεστραμμένη αίσθηση του καθήκοντος να προστατέψουν την «φυλή» τους από τους αλλοδαπούς εισβολείς που μας «κάνουν κακό». Πιστεύουν, κοινώς, πως κάνουν το σωστό. Κατά την άποψή τους, δεν εγκληματούν, αλλά αμύνονται.

Αυτή είναι η πεμπτουσία του ρατσιστικού εγκλήματος: η κάμψη όλων των ηθικών φραγμών που μπορεί να έχει ένας νοήμων άνθρωπος λόγω της πεποίθησης ότι αρκεί η παρουσία και μόνο ενός άλλου προσώπου για να κινητοποιήσει την εγκληματική του συμπεριφορά. Αρκεί το πρόσωπο αυτό να λογίζεται ως απειλή στο όνομα των τοξικών δοξασιών της ιδεολογίας του.

Η Ελληνική Δικαιοσύνη δια της πρωτόδικης απόφασης στη δολοφονία του Λουκμάν έδειξε ότι έχει επίγνωση της σοβαρότητας της κατάστασης: επιπλέον, οι δράστες δεν ήταν υπεράνω υποψίας: 117 φυλλάδια της Χρυσής Αυγής κατασχέθηκαν από το σπίτι του ενός, ενώ στην κατοχή και των δύο βρέθηκαν στιλέτα, μαχαίρια, αεροβόλα, φυσίγγια, ρόπαλα και σιδερογροθιές.

Κοινώς, η υπόθεση μιλάει από μόνη της σε οποιονδήποτε θέλει να ακούσει, όπως άκουσε η πρώτη βαθμίδα της Ελληνικής Δικαιοσύνης. Η απόφαση του Εφετείου που περιμένουμε είναι κρίσιμη για τη Δημοκρατία μας. Θα δείξει αν θα μπορέσουμε ως κοινωνία να στείλουμε μισόλογα ανοχής ή ένα τελεσίδικο μήνυμα ανάσχεσης της ρατσιστικής βίας.

Είδαμε που μας οδήγησε ως το Σεπτέμβριο του 2013, η ανοχή της ρατσιστικής βίας. Αν θέλουμε να ξαναβιώσουμε αυτόν τον εφιάλτη, τότε η συνταγή είναι να θεωρήσουμε πως οι δράστες της δολοφονίας του Λουκμάν τσακώθηκαν μαζί του και να αποδώσουμε το φόνο στην “κακιά στιγμή” του καβγά. Αν θέλουμε ως κοινωνία να αφήσουμε πίσω μας για τα καλά το δολοφονικό ρατσισμό θα πρέπει να το φωνάξουμε ώστε να ακουστεί προς κάθε κατεύθυνση.

Να το ακούσουν πρώτα οι νέοι επίδοξοι φονιάδες: να καταλάβουν ότι μια συντεταγμένη δημοκρατία δεν μπορεί να ανεχθεί την εγκληματική τους ετοιμότητα: πως αν διαβούν το κατώφλι και κάνουν το λάθος, θα το πληρώσουν χωρίς ελαφρυντικά. Να το καταλάβουν οι Έλληνες δικαστές οι οποίοι πρέπει να αντιληφθούν πως κάποια εγκλήματα έχουν ιδιάζουσα απαξία εξαιτίας του ρατσιστικού κινήτρου. Να το καταλάβει, τέλος, και η Ελληνική Αστυνομία ώστε να κάνει τη δουλειά της με τρόπο που να τιμά τη νοημοσύνη μας, την αμεροληψία της και τη δημοκρατία μας. Κοινώς, να κάνουμε ό,τι πρέπει ώστε να μην πάνε χαμένες κι άλλες ζωές.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.