Ο Αρχηγός της Χρυσής Αυγής, Νικόλαος Μιχαλολιάκος, σε παλιότερη φωτογραφία του.
Η υπογραφή της συμφωνίας Τσίπρα-Ζάεφ για το όνομα της γειτονικής χώρας βρίσκει την ελληνική άκρα δεξιά σε κατάσταση σύγχυσης και αποπροσανατολισμού.
Η Χρυσή Αυγή δεν κατόρθωσε να παίξει τον ρόλο που αξίωναν από αυτή οι αντίπαλοι της διπλωματικής πρωτοβουλίας της κυβέρνησης. Η αλήθεια είναι ότι η ηγεσία της ναζιστικής οργάνωσης έχει κάνει ό,τι περνάει από το χέρι της για να απαξιώσει την ελληνική ακροδεξιά, χαρίζοντάς της την ρετσινιά της “εγκληματικής οργάνωσης”, όχι μόνο από τους εχθρούς της αλλά και από την ελληνική δικαιοσύνη. Είναι ξεκάθαρο ότι ο Μιχαλολιάκος δεν θα μπορούσε να είναι ομιλητής σε κανένα συλλαλητήριο για τη Μακεδονία, όπως θα ήταν αναμενόμενο δεδομένου του κοινοβουλευτικού του ρόλου, διαρκούσης της ποινικής του εκκρεμότητας ως διευθυντή εγκληματικής οργάνωσης.
Όμως, η ηγεσία της Χρυσής Αυγής δεν αρκέστηκε σε αυτή την ακούσια χείρα βοήθειας στην κυβέρνηση Τσίπρα. Οι χειρισμοί της, τις κρίσιμες μέρες της υπογραφής της συμφωνίας, απέβησαν κομβικοί για την πολιτική επικράτηση της κυβέρνησης.
α. Η προσχεδιασμένη πρόκληση Μπαρμπαρούση.
Η πιο σημαντική ενίσχυση ήρθε βέβαια από τον χρυσαυγίτη βουλευτή Μπαρμπαρούση, που κάλεσε από το βήμα της Βουλής την στρατιωτική ηγεσία να συλλάβει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον Πρωθυπουργό και τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας. Η παρέμβαση του Μπαρμπαρούση δεν ήταν αυθόρμητη, κάτι που προκύπτει ευκρινώς από το γεγονός ότι ο Μπαρμπαρούσης διαβάζει το κείμενο της ομιλίας του: με δεδομένο μάλιστα ότι οι ομιλίες των βουλευτών της Χρυσής Αυγής γράφονται από τους επιστημονικούς της συνεργάτες (όπως έχει καταθέσει ο πρώην επιστημονικός συνεργάτης της ΧΑ Ηλίας Σταύρου στην δίκη της Χρυσής Αυγής, ο οποίος μίλησε και για την χαρακτηριστική δυσκολία κάποιων εκ των βουλευτών να τις αναγνώσουν…), η εν λόγω παρέμβαση ήταν απολύτως προσχεδιασμένη.
Η ηγεσία της Χρυσής Αυγής πίστευε ότι η χοντροκομμένη πρόσκληση σε πραξικόπημα θα εξασφάλιζε στη ναζιστική οργάνωση ηγετικό ρόλο στις αντιδράσεις, υπερκεράζοντας τις κοινοβουλευτικές ενέργειες της Νέας Δημοκρατίας. Γι’ αυτό και σύσσωμη η κοινοβουλευτική ομάδα χειροκρότησε τον Μπαρμπαρούση και στη συνέχεια ο Κασιδιάρης φρόντισε να επιδοκιμάσει τα λεχθέντα σε δηλώσεις του στη συγκέντρωση έξω από τη Βουλή, όπου μετέβησαν οι βουλευτές της ΧΑ μαζί με τον Μπαρμπαρούση.
β. Ο πανικός ενώπιον της ποινικής δίωξης και η αποβολή του χρυσαυγίτη βουλευτή.
Όταν όμως η ηγεσία του Αρείου Πάγου κίνησε την διαδικασία προκαταρκτικής εξέτασης για τα αδικήματα της εσχάτης προδοσίας και της δημόσιας επιδοκιμασίας της, ο Μιχαλολιάκος έκανε μια στροφή 180 μοιρών: φοβούμενος την επέκταση της ποινικής ευθύνης στο πρόσωπό του, άδειασε τον Μπαρμπαρούση και τον απέβαλε από την κοινοβουλευτική ομάδα.
Η απόφαση αυτή ήταν μοιραία και βοήθησε αφάνταστα την κυβέρνηση στην επικοινωνιακή διαχείρισης της “μακεδονικής κρίσης”. Με το να αποδοκιμάζει ακόμα και ο Μιχαλολιάκος τις κραυγές περί “προδοσίας” και ανάγκης “να κινηθεί ο στρατός”, ο ακροδεξιός πυρήνας των κινητοποιήσεων του διημέρου έμεινε πολιτικά ακάλυπτος. Η αποβολή Μπαρμπαρούση έπαιξε έτσι κρίσιμο ρόλο στην απομαζικοποίηση των αντιδράσεων: αφενός γιατί οι πιο μετριοπαθείς συμμετεχοντες δεν ήθελαν να ταυτιστούν με το κάλεσμα σε πραξικόπημα, αφετέρου γιατί οι πιο σκληροπυρηνικοί ένιωσαν προδομένοι από την (κοινοβουλευτικά μόνη υπαρκτή) ηγεσία τους.
Το πιο αστείο είναι ότι ο Μιχαλολιάκος υπερέβαλε στην αντίδρασή του: η ποινική δίωξη σε βάρος του Μπαρμπαρούση θα ήταν απίθανο να επεκταθεί και στον ίδιο. Όμως, έχοντας “καεί στον χυλό” της ποινικής δίωξης για την εγκληματική οργάνωση, ο Μιχαλολιάκος προτίμησε “να φυσήξει το γιαούρτι”. Έβαλε όμως έτσι το προσωπικό του συμφέρον πάνω από το συμφέρον της κινητοποίησης για το εθνικό θέμα του ονόματος της Μακεδονίας…
γ. Η αμαχητί αποχώρηση της Χρυσής Αυγής από τη συνεδρίαση της Ολομέλειας.
Και ενώ η ηγεσία της ΧΑ απέβαλε τον Μπαρμπαρούση (απολύτως προσχηματικά, γεγονός που προκύπτει και από το γεγονός ότι αυτός ακόμα φιγουράρει ως βουλευτής στον ιστότοπο της οργάνωσης), η απόφαση του Προεδρείου της Βουλής για αποβολή του συνόλου της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Χρυσής Αυγής ούτε καν αμφισβητήθηκε από την οργάνωση! Αν και η έμπρακτη αποδοκιμασία του Μπαρμπαρούση διά της διαγραφής του – που δεν έχει υπάρξει σε άλλες περιπτώσεις όπως αυτή του Λαγού, κάτι που δεν θα περάσει απαρατήρητο από το δικαστήριο – έδινε τη δυνατότητα ανάκλησης της απόφασης του Προεδρείου, η ηγεσία της Χρυσής Αυγής προτίμησε να την αποδεχθεί αμαχητί και να αποχωρήσει από το πεδίο της κοινοβουλευτικής μάχης. Ο Μιχαλολιάκος θα μπορούσε να έχει δώσει μια κρίσιμη ομιλία στο τέλος της πρότασης δυσπιστίας, την ώρα των πολιτικών αρχηγών. Αλλά προτίμησε – άγνωστο γιατί – να μην το πράξει.
δ. Η γελοιοποίηση του εθνικισμού στο πρόσωπο του Αιτωλοακαρνάνα βουλευτή.
Η συνέχεια δεν θα μπορούσε να είναι και πολύ διαφορετική. Για να συντηρήσει μια οργάνωση απόλυτης πειθαρχίας στο πρόσωπό του, ο Μιχαλολιάκος χρειάζεται γύρω του ανθρώπους με μικρές διανοητικές ικανότητες και ακόμα μικρότερο ηθικό παράστημα. Αυτό – και τίποτα παραπάνω – ήταν που αποκαλύφθηκε στο πρόσωπο του Μπαρμπαρούση. Η διαφυγή του βουλευτή της ΧΑ, η καταδίωξή του στην Εθνική οδό, το κυνηγητό με τους αστυνόμους “από χωρίου είς χωρίον” δικαίως κατέστησαν αντικείμενο διακομματικού χλευασμού, έγιναν viral στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και επισκίασαν την ουσία της πολιτικής συζήτησης που γινόταν στη Βουλή.
ε. Η απουσία από τις κινητοποιήσεις στο Σύνταγμα και το “κάψιμό” τους μέσω Λαγού.
Αν η κοινοβουλευτική παρουσία ήταν απογοητευτική, η παρουσία στο δρόμο ήταν ακόμα χειρότερη. Η Χρυσή Αυγή δεν συμμετείχε μαζικά με οπαδούς της στις κινητοποιήσεις στο Σύνταγμα όπως έκανε στα προηγούμενα συλλαλητήρια. Την ίδια ώρα όμως, αυτό που έκανε ήταν να στείλει τον πιο εκτεθειμένο ποινικά βουλευτή της, τον Λαγό, να φωτογραφηθεί στο Σύνταγμα. Με τον τρόπο αυτό, οι επικοινωνιολόγοι της κυβέρνησης πέτυχαν “μ’ εναν σμπάρο δυο τρυγόνια”: αφενός την απουσία ενός μπλοκ που θα μπορούσε να προσθέσει στη μαζικότητα της συγκέντρωσης, αφετέρου την “ρετσινιά” ότι στη συγκέντρωση συμμετέχουν “ακραία στοιχεία”. Σαν να μην έφταναν αυτά, η οργάνωση κάλεσε κινητοποίηση στη Θεσσαλονίκη, γνωρίζοντας ότι η σύγκριση με τα παλιότερα συλλαλητήρια θα είναι καταλυτική. Τα περίπου 100-150 άτομα που συμμετείχαν ήταν ένα ανέλπιστο επικοινωνιακό δώρο στους κυβερνητικούς παράγοντες, που μπορούν να ισχυρίζονται ότι όταν ψηφιζόταν η συμφωνία, η συντριπτική πλειοψηφία των Θεσσαλονικέων και των Μακεδόνων “ψήφισε με τα πόδια της” και έμεινε σπίτι της, παρά την ύπαρξη καλέσματος σε συγκέντρωση…
στ. Η απουσία βουλευτών της Χρυσής Αυγής ακόμα και από την ψηφοφορία.
Η Χρυσή Αυγή έχει μείνει πλέον με 15 βουλευτές μετά τις ανεξαρτητοποιήσεις Κουκούτση και Μίχου και την αποβολή Μπαρμπαρούση. Αλλά ακόμα και αυτοί οι βουλευτές δεν ψήφισαν όλοι εναντίον της “εθνοπροδοτικής” – όπως την χαρακτηρίζουν – κυβέρνησης. Ο βουλευτής Ιωάννης Σαχινίδης με επιστολή του ανακοίνωσε στο Προεδρείο ότι “δεν θα μπορέσει να παρευρεθεί” (!). Και ότι “αν ήταν παρών, θα υπερψήφιζε την πρόταση δυσπιστίας”. Φυσικά, η ψήφος του δεν προσμετρήθηκε γιατί η απουσία του ήταν αδικαιολόγητη…
Συμπέρασμα
Είναι γνωστό ότι μεγάλο κομμάτι των οπαδών και ψηφοφόρων της Χρυσής Αυγής αρέσκεται σε “θεωρίες συνωμοσίας”. Μια τέτοια θεωρία έριξε στο τραπέζι ο πρώην βουλευτής της Χρυσής Αυγής Ευστάθιος Μπούκουρας στον προσωπικό του λογαριασμό στο facebook:
Η Χρυσή Αυγή είναι δηλαδή ένα εργαλείο αόρατων δυνάμεων και – αν όχι συνειδητά τότε – ένας “χρήσιμος ηλίθιος”, που με τις πράξεις της ηγεσίας της βοηθάει το σύστημα να περάσει ευκολότερα τις πολιτικές του επιλογές.
Εμείς είμαστε από θέση αρχής ενάντια στις θεωρίες συνωμοσίας. Δυσκολευόμαστε ωστόσο να απαντήσουμε στο συλλογισμό του Μπούκουρα, καθώς η συμβολή της Χρυσής Αυγής στην υπογραφή της συμφωνίας Τσίπρα-Ζάεφ ήταν αντικειμενικά σημαντική.