(Κείμενο: Αλέξανδρος Καλαφάτης, Ελεύθερος Τύπος, 7/4/2017)
«Πάμε στα γραφεία να τα πούμε. Αυτό φώναζαν στο παιδί, ενώ δύο άτομα τον είχαν πιάσει από τα μπράτσα και τον έσερναν με τα γόνατά του στο οδόστρωμα επί της οδού Παπαδά με κατεύθυνση προς τη λεωφόρο Μεσογείων». Το απόσπασμα προέρχεται από την κατάθεση αυτόπτη μάρτυρα του άγριου ξυλοδαρμού του 24χρονου φοιτητή, Αλέξη Λάζαρη.
Ο «Ε.Τ.» αποκαλύπτει τη δικογραφία της υπόθεσης μέσα από την οποία φωτίζονται η θρασυδειλία των δραστών και άλλες πτυχές της υπόθεσης. Ο 24χρονος φοιτητής περιγράφει στην κατάθεσή του της 5ης Απριλίου 2017 όλα όσα βασανιστικά έζησε αναφέροντας -μεταξύ άλλων- ότι την ώρα του ξυλοδαρμού του είπαν τη φράση, «έλα πάμε στα γραφεία»:
Τρώω την πρώτη γροθιά και τη δεύτερη στο πρόσωπο και έπεσα κάτω και άρχισε χαμογελώντας να με χτυπάει στο κεφάλι και στο πρόσωπο μόνο. Ο δράστης είχε χαρακτηριστικά σημάδια στη μια μεριά του προσώπου του στο μάγουλο, πιθανώς από ακμή. Την ώρα που με χτύπαγε ο πρώτος με χτύπησε ο δεύτερος από πίσω. Τότε παρενέβη ένας περαστικός για να σταματήσουν και είδα την κίνηση που έκανε αυτός που ήταν πίσω μου να φύγει. Ο πρώτος συνέχισε να με χτυπάει κανονικά. Μετά χτύπησα από πίσω στο κεφάλι προφανώς από τρίτο άτομο. Ο πρώτος από αυτούς που με περίμενε στην Παπαδά πήρε φόρα με το πόδι του και με χτύπησε στον αυχένα με κλοτσιές. Μετά έφυγαν, περπάτησα δύο μέτρα προς τη Μεσογείων. Βλέπω άλλον να έρχεται προς το μέρος και με ρώτησε, πώς είσαι, ρε φίλε, και του λέω δεν είμαι καλά και μου έριξε μπουνιές και μου φώναζε, ‘‘έλα πάμε στα γραφεία’’ και άρχισε να με σέρνει από την κουκούλα προς την κατεύθυνση άλλου ατόμου. Εκείνη τη στιγμή είδα ένα μηχανάκι με δύο άτομα πάνω. Ο τελευταίος μου τράβηξε την τσάντα. Στη συνέχεια, ανέβηκε στο μηχανάκι τρικάβαλο με τους άλλους και διέφυγαν».
Στην ερώτηση που έγινε στο φοιτητή Αλέξη Λάζαρη -ενώπιον του ανακριτή- εάν αναγνωρίζει ως δράστη το 42χρονο στέλεχος της Χρυσής Αυγής που συνελήφθη το περασμένο Σάββατο, εκείνος απάντησε ότι βλέπει το σημάδι στο δεξί του μάγουλο και είναι σίγουρος ότι είναι ο ένας από τους περιγραφόμενους ως άνω δράστες.
Στη δικογραφία περιλαμβάνεται η κατάθεση-«κλειδί» του 40χρονου αυτόπτη μάρτυρα που αναγνώρισε ανάμεσα σε τέσσερα άτομα (οι τρεις καμουφλαρισμένοι αστυνομικοί, όπως προβλέπει η διαδικασία της αναγνώρισης) τον 42χρονο κατηγορούμενο:
Το ένα μπαλκόνι μου βλέπει την οδό Παπαδά. Την 15.20 είδα δύο άτομα να χτυπάνε με μπουνιές και κλοτσιές ένα νεαρό. Ειδικότερα, ο νεαρός ανέβαινε την οδό Παπαδά πεζός και τα άλλα δύο άτομα ήρθαν από πίσω του. Αμέσως μετά από ένα δίκυκλο χρώματος ασημί αποβιβάστηκε ο… (στέλεχος της Χρυσής Αυγής), τον οποίο γνωρίζω, καθώς είναι ιδιοκτήτης καφετέριας στην Αθήνα. Τον είδα να επιτίθεται στο νεαρό με μπουνιές και κλοτσιές. Ο νεαρός είχε αίματα στο πρόσωπο και εκείνος του έλεγε, ‘‘εσύ έκαψες τα γραφεία της Χρυσής Αυγής;’’. (…) Στη συνέχεια του αφαίρεσαν το σακίδιο πλάτης και οι τρεις δράστες ανέβηκαν σε δίκυκλο Yamaha και κατευθύνθηκαν προς τη Μεσογείων. Ο ένας δράστης ήταν μετρίου αναστήματος, αδύνατος, κοντό μαύρο μαλλί και τον άλλον δεν τον θυμάμαι. Αν μου επιδειχθούν φωτογραφίες μπορώ να αναγνωρίσω και τον πρώτο άνδρα που περιέγραψα».
Μια από τις γυναίκες που περπατούσε στον ίδιο δρόμο την ώρα της επίθεσης προσπάθησε να σώσει το φοιτητή και ενδεχομένως στάθηκε μία από τις αιτίες που δεν του προκάλεσαν ανήκεστη βλάβη:
Του είπαν, ‘‘βρε αλήτη, εσύ έσπασες τα γραφεία;’’. Εκείνος απάντησε, ‘‘δεν ξέρω τι λέτε’’ και έκανε πίσω βήματα. Περαστικός προσπάθησε να τους πει να μην τον πειράξουν, αλλά τον έσπρωξαν, φοβήθηκε και αποχώρησε (…) Ολο το διάστημα που τον χτυπούσαν με μπουνιές και κλοτσιές φώναζα, ‘‘αφήστε το παιδί. Θα το σκοτώσετε’’ και καλούσα την Αστυνομία. Τον έσυραν για 20 μέτρα λέγοντας, ‘‘πάμε στα γραφεία να τα πούμε’’. Οι δύο πρώτοι δράστες ήταν ύψους 1,85 μ. και γεροδεμένοι και ο ένας φορούσε μαύρο μπουφάν με ξυρισμένο κεφάλι, ενώ ο άλλος μαύρη κοντομάνικη μπλούζα».
Ο δικηγόρος Βάιος Σκαμπαρδώνης, ο οποίος εκπροσωπεί την οικογένεια του φοιτητή, δηλώνει στον «Ε.Τ.» ότι «η Δημοκρατία μας είναι ανεκτική, όμως έχει και αναχώματα και ιδίως δεν ανέχεται την ακραία και αναίτια βία, από όπου και αν προέρχεται. Εύχομαι αυτά τα φαινόμενα που ταλανίζουν την ελληνική κοινωνία να εξαλειφθούν και να μην υπάρξουν άλλα δεινά».
Τι λέει ο δράστης
Το 42χρονο στέλεχος της Χρυσής Αυγής, μετακλητός υπάλληλος της Βουλής και υπεύθυνος για τις κάμερες στα γραφεία του κόμματος, ισχυρίζεται στην κατάθεσή του ότι την ώρα της επίθεσης ήταν σε καφέ μαζί με φίλο του. Για τον μάρτυρα που τον αναγνώρισε αναφέρει:
Τον ήξερα από το σχολείο… Άρχισε να έχει προβλήματα, έκανε χρηση ναρκωτικών, είχε νοσηλευτεί σε ψυχιατρικό νοσοκομείο γιατί είχε ψυχώσεις και εμμονές ότι τον παρακολουθούν. Στην καφετέρια είχε σταματήσει να έρχεται. Παρενοχλούσε τις κοπέλες που σύχναζαν εκεί. Είχε συμπεριφορά σεξιστική, προκλητική και αλλοπρόσαλλη. (…) Όποτε με έβρισκε στο δρόμο είχε εριστική συμπεριφορά. Άκουσε τις μαρτυρίες των γυναικών ότι έγινε από τη Χρυσή Αυγή και είπε στις γυναίκες ότι το έκανα εγώ. Και μετά οι γυναίκες είπαν μπροστά στον… να πει το όνομά μου. (…) Σε κάθε περίπτωση που θεωρείτε αναγκαία την επιβολή περιοριστικών όρων, ζητώ τον κατ’ οίκον περιορισμό μου με το σύστημα ηλεκτρονικής παρακολούθησης, λόγω της στοχοποίησης που έχω ήδη τύχει λόγω των πολιτικών μου πεποιθήσεων”.
Κατάθεση έδωσε και φίλος του κατηγορουμένου, ο οποίος ισχυρίστηκε ότι την ώρα του ξυλοδαρμού βρισκόταν μαζί με τον 42χρονο σε καφέ της Αθήνας κοντά στην οδό Φειδιππίδου.