(Συνέντευξη στο thepressproject.gr, Πέμπτη 30 Ιανουαρίου 2014)
O Θανάσης Καμπαγιάννης, συνήγορος πολιτικής αγωγής στη δίκη των δολοφόνων του 27χρονου Σαχζάτ Λουκμάν η οποία συνεχίζεται σήμερα, μιλάει στη Λαμπρινή Θωμά για το ρόλο της δίκης στην ουσιαστική δίωξη των ρατσιστικών εγκλημάτων και της Χρυσής Αυγής.
«Την υπόθεση αυτή την ανέλαβα μετά από πρόταση της Πακιστανικής Κοινότητας Ελλάδας και της ΚΕΕΡΦΑ, της οποίας είμαι μέλος. Προφανώς και ήταν επιδίωξή μου, και όχι μόνο δικιά μου. Όλοι όσοι αναλάβαμε, κι εγώ και ο Τάκης Ζώτος και ο Κώστας Παπαδάκης, παριστάμεθα αφιλοκερδώς και οδηγηθήκαμε σ’ αυτή την υπόθεση από τη συμμετοχή μας στο αντιρατσιστικό και αντιφασιστικό κίνημα, από τις ιδέες μας και τη διάθεσή μας να σταθούμε σ’ αυτή την οικογένεια, να κοντράρουμε τη δράση των ταγμάτων εφόδου αλλά και τη συγκάλυψη τέτοιων εγκλημάτων από την αστυνομία. Η οικογένεια, που είναι πάμφτωχη, δεν είχε καμία δυνατότητα νομικής κάλυψης.
»Είναι η πρώτη φορά που το θύμα της ρατσιστικής βίας αποκτάει όνομα, αλλά δεν είναι η πρώτη ρατσιστική δολοφονία. Είναι σημαντικό, και έπαιξε σ’ αυτό μεγάλο ρόλο η παρουσία των γονέων, ειδικά της μητέρας, της Σουκράν Μπίμπι. Η παρουσία των γονέων έδειξε ζωντανά, για πρώτη φορά, στην ελληνική κοινωνία ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι ένας χυλός, μια απρόσωπη μάζα, αλλά έχουν γονείς, πατρίδα, προβλήματα. Δεν δημιουργούν προβλήματα, έχουν οι ίδιοι προβλήματα. Έρχονται εδώ και αγωνίζονται, έχουν μια οικογένεια πίσω στην οποία στέλνουν χρήματα.
»Είναι πολύ χαρακτηριστική η εικόνα που δίνεται από όσα βρήκαν πάνω στο πτώμα. Στην έκθεση κατάσχεσης αναφέρεται ότι βρήκαν πάνω στον Σαχζάτ πέντε ευρώ, αυτά ήταν όλα του τα χρήματα για να περάσει τη μέρα. Έφευγε το πρωί και γύριζε το βράδυ, κι αυτά ήταν όλα του τα χρήματα. Βρήκαν επίσης το κινητό του, μια κάρτα κινητού και το φυλαχτό της μάνας του, που το είχε πάρει από έναν δερβίση για να του φέρνει, της είπε, καλή τύχη στα επαγγελματικά…
»Ο Σαχζάτ ήρθε εδώ στις αρχές του 2009. Η οικογένειά του είναι πολυμελής. Οκτώ αδελφές, δύο γιοι και οι γονείς. Πήραν δάνειο, χρεώθηκαν για να τον στείλουν εδώ, περίπου έξι – επτά χιλιάδες ευρώ. Έφυγε και κατάφερε και πέρασε στην Ελλάδα, κι άρχισε να δουλεύει και να στέλνει χρήματα – ένα ποσό για την οικογένεια και ένα ποσό για να ξεπληρωθεί το δάνειο που είχαν πάρει. Χρήματα που δανείστηκαν από γνωστούς, φίλους, συγγενείς.. Δούλευε στη λαχαναγορά και έπαιρνε 20 ευρώ τη μέρα, αυτό το μεροκάματο είναι τεράστιο με τα δεδομένα του Πακιστάν. Ζούσε σπαρτιάτικα για να καταφέρει να στέλνει χρήματα πίσω. Έμενε στο Περιστέρι, σε ένα μικρό διαμέρισμα μαζί με πολλούς ακόμη μετανάστες. Στην πραγματικότητα η ζωή του ήταν δουλειά και ύπνος. Μια πολύ λιτή ζωή μετανάστη, για να μπορέσει να στείλει χρήματα στην οικογένεια.
»Ναι, η οικογένειά του ανησυχούσε. Είχε πρόβλημα, φοβόταν όταν ξεκίνησε για την Ελλάδα. Και με το φόνο, τις πρώτες τρεις τέσσερις μέρες τους το κρύβανε, τους μιλούσαν για κάποιο πρόβλημα, για ένα ατύχημα. Πέρασαν μέρες πριν τους πουν την αλήθεια, ότι το παιδί τους το δολοφόνησαν. Και είχαν πάρει από φόβο όσα συμβαίνουν σε τούτη τη χώρα. Ακούγανε άλλα περιστατικά και φοβούνταν πολύ. Όταν ήρθαν εδώ, η εικόνα που είχαν για την Ελλάδα άλλαξε. Ο κόσμος τούς αγκάλιασε, συναντήθηκαν με πολλούς ανθρώπους, πήγαν σε γειτονιές και σε εκδηλώσεις να μεταφέρουν το μήνυμά τους και το αίτημα για Δικαιοσύνη. Αυτή τη στιγμή, η εικόνα που έχουν για τους Έλληνες είναι θετική, αλλά τη συνοδεύουν με ένα αίτημα που ο πατέρας του Σαχζάτ, ο Καντίμ Χουσεΐν, έθεσε και στο δικαστήριο: «Η ελληνική κοινωνία να σβήσει τους φασίστες που σκότωσαν το παιδί μου και τον Παύλο Φύσσα».
»Στο ξεκίνημα της δίκης υπήρξε αμφισβήτηση της εξουσιοδότησης και της ταυτότητας των γονέων του Σαχζάτ. Ήταν μια αμφισβήτηση που έσβησε γρήγορα, αφού η έδρα την απέρριψε. Υπήρξε μια ένσταση για τη διαδικασία νομιμοποίησης των εγγράφων τους από την ελληνική πρεσβεία στην Ισλαμαμπάντ.
»Για μας είναι πολύ σημαντική υπόθεση. Είναι η πρώτη υπόθεση ρατσιστικής δολοφονίας που φτάνει να δικαστεί. Έχουμε και άλλες, υπήρξαν και πολλές άλλες υποθέσεις ρατσιστικής βίας, αλλά έτσι όπως λειτουργεί ο κρατικός μηχανισμός δεν έφταναν ποτέ να δικαστούν. Αυτή τη στιγμή η υπόθεση έχει φτάσει να δικαστεί, και είναι, γι΄αυτό ακριβώς, πλέον πολύ καθαρό στη μεγάλη πλειοψηφία του κόσμου το τι έχει συμβεί. Όμως, φυσικά, το ρατσιστικό κίνητρο μένει να γίνει αποδεκτό από το δικαστήριο. Που καλείται πλέον το ίδιο να αποφασίσει.
»Υπάρχει μια αντίφαση. Η υπόθεση βοά για το ρατσιστικό της κίνητρο, αλλά στη συγκεκριμένη ανθρωποκτονία, το βούλευμα –που συντάχτηκε, να θυμίσουμε, πριν από τη δολοφονία του Φύσσα– δεν αναφέρεται σ’ αυτό, κάνει λόγο για ανθρωποκτονία «δι΄ ασήμαντον αφορμήν» και τον περίφημο ισχυρισμό ότι ο Λουκμάν έκλεισε το δρόμο στους δράστες με ένα ποδήλατο – οι ίδιοι ήταν με σκούτερ. Ότι τους έκλεισε το ποδήλατο το δρόμο στην Τριών Ιεραρχών και γι’ αυτό τον σκότωσαν με εφτά μαχαιριές, με τα στιλέτα που και οι δύο κουβαλούσαν πάνω τους. Αυτός είναι μέχρι σήμερα ο αποδεκτός από την Ελληνική Αστυνομία λόγος – την Ελληνική Αστυνομία που δεν άγγιξε πολλά ζητήματα στην έρευνα, και κυρίως την πιθανότητα ρατσιστικού κινήτρου αν και βρέθηκαν όπλα και φυλλάδια της Χρυσής Αυγής στις έρευνες στα σπίτια των δραστών. Έτσι, ούτε φωτογραφίες δημοσιοποιήθηκαν, ούτε κινητά άνοιξαν, ούτε το ρατσιστικό κίνητρο διερευνήθηκε, αν και υπάρχει σχετική εγκύκλιος από το 2006, που τους υποχρεώνει να διερευνούν και το ρατσιστικό κίνητρο.
»Σε αυτή την υπόθεση, φαινομενικά, η αστυνομία έκανε τη δουλειά της, μας το είπαν κι οι αστυνομικοί μέσα στην αίθουσα: «εμείς τους πιάσαμε», αυτοί όντως συνέλαβαν τους δράστες. Παρ’ όλα αυτά έχουμε μια αστυνομία που δεν κάνει την απαιτούμενη διερεύνηση, που αφιερώνει 20 λεπτά μάξιμουμ στην επιτόπια έρευνα, που δεν χτυπά κουδούνια για να βρει αν υπήρξαν μάρτυρες που είδαν το περιστατικό. Την εικόνα την έχουμε χάρη σε ένα ζευγάρι που βρήκε το θάρρος να βγει μπροστά. Χάρη στο θάρρος ενός ζευγαριού που έμενε στην πολυκατοικία μπροστά στην οποία δολοφονήθηκε ο Σαχζάτ. Αν δεν υπήρχαν αυτοί, αυτό το ζευγάρι, να υποδείξει τα χαρακτηριστικά των δραστών και να καταθέσει, οι δολοφόνοι θα έμεναν ασύλληπτοι και η δολοφονία αυτή θα ήταν μια ακόμα δολοφονία χωρίς όνομα.
»Τις ίδιες μέρες που δικάζεται η υπόθεση της δολοφονίας του Λουκμάν γίνεται και η δίκη του τάγματος εφόδου της Μεταμόρφωσης, με ιδιαίτερα πλούσια δράση. Θυμάστε, όταν στις 10 Σεπτεμβρίου το τάγμα εφόδου αυτών των Χρυσαυγιτών εισέβαλε σε πακιστανικό κουρείο, χτυπήσανε και μαχαιρώσανε και Έλληνα πελάτη και κατόπιν έβαλαν φωτιά. Στις 22 Σεπτεμβρίου, που είχε οργανωθεί συγκέντρωση διαμαρτυρίας για τα γεγονότα αυτά στη Μεταμόρφωση, έγινε πραγματικό πογκρόμ. Ομάδα Χρυσαυγιτών επετέθη και μαχαίρωνε κυριολεκτικά όποιον πακιστανό εύρισκε μπροστά της στη Μεταμόρφωση, στη Λυκόβρυση, σε περιοχές περιμετρικά της Μεταμόρφωσης. Δύο μαχαιρώθηκαν δίπλα στην καρδιά, θα μπορούσαν αυτοί να είναι στη θέση του Λουκμάν. Η υπόθεση δικάζεται στο μεικτό ορκωτό της Αθήνας, με κατηγορούμενο τον Κωνσταντίνο Κοντομούς. Χρειάστηκε να θυσιαστεί ο Λουκμάν ώστε η ΕΛΑΣ να εξιχνιάσει αυτό το όργιο ρατσιστικής βίας. Υπήρχαν όλα τα δεδομένα, αλλά η ΕΛΑΣ κινήθηκε μόνο τον Φλεβάρη του 2013 όταν ιδρύθηκε η ειδική υπηρεσία ρατσιστικής βίας: ίδρυση άμεσα συνδεδεμένη με τη δολοφονία του Λουκμάν, που έγινε στις 17 Γενάρη.
»Μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα και τη στροφή του κράτους από το χάιδεμα στη φυλάκιση των χρυσαυγιτών, έχουμε εμφανή μείωση της ρατσιστικής βίας από τάγματα εφόδου. Αυτό,με στοιχεία από τις ίδιες τις κοινότητες των μεταναστών. Και αυτό από μόνο του δείχνει πολλά. Δείχνει ότι αυτές οι επιθέσεις ήταν κεντρικά οργανωμένες και δεν αποτελούσαν απλά την απεικόνιση της συντηρητικοποίησης της ελληνικής κοινωνίας. Η ΧΑ ήθελε να ελέγξει τους δρόμους, και σ’ αυτό είχε εύκολο θύμα τους μετανάστες. Βέβαια, έχουμε μείωση της ρατσιστικής βίας από τη Χρυσή Αυγή αλλά δεν έχουμε μείωση των ρατσιστικών περιστατικών από λιμενικούς, την αστυνομία κ.λπ. Η καταγγελία για δολοφονίες δώδεκα ανθρώπων στο Φαρμακονήσι, εννέα παιδιών και τριών γυναικών, από τους λιμενικούς, είναι κορυφαίο και ανατριχιαστικό δείγμα αυτού του θεσμοποιημένου κρατικού ρατσισμού.
»Επιθέσεις γίνονται, δεν έχουμε τελειώσει με το ρατσισμό. Είναι ορατή, άλλωστε, και η προσπάθεια ανασυγκρότησης της Χρυσής Αυγής, όπως την είδαμε στο Κερατσίνι. Και βέβαια, για τον θεσμικό ρατσισμό από πλευράς σωμάτων ασφαλείας, δηλαδή ενός δομικού στοιχείου της κατάστασης, θα χρειαστούν πολύ βαθύτερες αλλαγές.
»Για μας είναι πάρα πολύ σημαντικό ότι για να ευοδωθεί η ευρύτερη δίωξη κατά της Χρυσής Αυγής πρέπει να υπάρξει καταδίκη των εγκληματικών πράξεων των μελών της, φυσικών και ηθικών αυτουργών. Το τι θα συμβεί σ’ αυτές τις δίκες που είναι σε εξέλιξη είναι αποφασιστικό για την ίδια την ποινική δίωξη της Χρυσής Αυγής ως εγκληματικής οργάνωσης. Άρα, οι δίκες αυτές είναι ένα πρόκριμα. Και γι’ αυτό χρειάζεται μαζική παρουσία και στήριξη της οικογένειας Λουκμάν. Η νέα συνεδρίαση του δικαστηρίου για τη δολοφονία Λουκμάν είναι στις 31 Γενάρη.
»Πάντα υπάρχει ο κίνδυνος η υπόθεση Λουκμάν να αντιμετωπιστεί σαν μία μοναδική περίπτωση, ένα «μεμονωμένο περιστατικό» όπως τη χαρακτήρισε ο υπουργός ΠΡΟΠΟ Νίκος Δένδιας, ή όπως δήλωσε πιο πρόσφατα ο υπουργός Δικαιοσύνης Χαράλαμπος Αθανασίου. Για μας, η υπόθεση Λουκμάν οφείλει να ανοίξει ευρύτερα το ζήτημα του ρατσισμού. Μέσα από τη δολοφονία αναδεικνύεται ανάγλυφα η ρατσιστική βία, η φασιστική απειλή, η δράση των ταγμάτων εφόδου. Η δίκη αυτή είναι η αφορμή για κινητοποίηση και ριζική αλλαγή.»