(Κείμενο: Γιάννης Μπασκάκης, Δημήτρης Ψαρράς, ΕφΣυν, 15/9/2018)
Πέντε χρόνια μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, στις 17 Σεπτεμβρίου 2013, η δίκη της Χρυσής Αυγής έχει πια μπει στην τελική ευθεία και ήδη παράγει αποτελέσματα.
Το δικαστήριο έχει σήμερα ακούσει τους 129 μάρτυρες του κατηγορητηρίου, 16 μάρτυρες της πολιτικής αγωγής και δύο επιπλέον κλητευθέντες, έχει πληροφορηθεί σχετικά με τις πάνω από 100 επιθέσεις της ναζιστικής οργάνωσης που έχουν συσχετιστεί στη δίκη και βέβαια έχει πλέον λάβει γνώση του τεράστιου όγκου του αποδεικτικού υλικού που εμπεριέχεται στη δικογραφία. Δηλαδή των εγγράφων, των τηλεφωνικών κλήσεων, των μηνυμάτων, των βίντεο, των φωτογραφιών.
Ολα αυτά τα ντοκουμέντα έχουν πια βγει από τις σελίδες της δημοσιογραφικής έρευνας κι έχουν πάρει ήδη μπροστά στα μάτια των δικαστών τη σάρκα και τα οστά των αποδεικτικών στοιχείων.
Με αυτόν τον τρόπο έχουν καταρρεύσει με κρότο και οι τόσο αδύναμοι υπερασπιστικοί ισχυρισμοί της Χρυσής Αυγής που κάθε φορά που αιφνιδιαζόταν, το μόνο που έβρισκε να ψελλίσει ήταν ότι τα ντοκουμέντα αυτά είναι «συρραφές» ή «φωτομοντάζ».
Στην πέμπτη επέτειο της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα, η «Εφ.Συν.» συναντά λοιπόν τη Χρύσα Παπαδοπούλου και την Ελευθερία Τομπατζόγλου, συνηγόρους της πολιτικής αγωγής της οικογένειας Φύσσα, και τους ζητάει να περιγράψουν τα κομμάτια που συνθέτουν το παζλ των αποκαλυπτικών στοιχείων, ειδικά για το έγκλημα στο Κερατσίνι, όπως αυτά έχουν αναδειχθεί μέσα στο κακουργιοδικείο και τα οποία ξεσκεπάζουν τον δράστη που δεν είναι άλλος από την ίδια τη Χρυσή Αυγή.
«Εχουμε πλήρη εικόνα για το τι συνέβη εκείνο το βράδυ, μετά και τις καταθέσεις των μαρτύρων -των φίλων του Παύλου Φύσσα και των δύο φοιτητριών που ήταν αυτόπτες μάρτυρες- και οι οποίοι στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων, δεν φοβήθηκαν, τόλμησαν και υπέδειξαν τους κατηγορούμενους χρυσαυγίτες που αναγνώρισαν. Και ειδικά οι φοιτήτριες περιέγραψαν αναλυτικά τα κύματα επιθέσεων που δέχτηκε ο Παύλος Φύσσας από το τάγμα εφόδου της Νίκαιας», μας λέει η Χρύσα Παπαδοπούλου κι επισημαίνει ότι στη συνέχεια ήρθαν τα ντοκουμέντα της δικογραφίας, όπως η άρση απορρήτου των τηλεφωνικών συνομιλιών των κατηγορουμένων, να επιβεβαιώσουν τις καταθέσεις των μαρτύρων και να τις ενισχύσουν.
Από την άρση απορρήτου προκύπτει βέβαια η αλληλουχία των κλήσεων που ξεκινάει από το μέλος του τάγματος εφόδου της Νίκαιας Ιωάννη Αγγο, που έχει αναγνωριστεί από τους φίλους του Παύλου Φύσσα ότι ήταν μέσα στην καφετέρια «Κοράλλι», όπου βρίσκονταν και οι ίδιοι. Και είναι αυτός για τον οποίο, όπως διηγείται η Χρ. Παπαδοπούλου, «οι φίλοι του Π. Φύσσα πρόσεξαν ότι ήταν διαρκώς στα τηλέφωνα».
Πράγματι, όπως υπενθυμίζει η συνήγορος, ο Αγγος μίλησε διαδοχικά με διάφορα μέλη του τάγματος της Νίκαιας, όπως ο Καλαρίτης, ο Χρυσαφίτης και ο Μιχάλαρος, και στις 23.19 τηλεφώνησε στον Ιωάννη Καζαντζόγλου, υπεύθυνο ασφαλείας του πυρήνα της Νίκαιας, δηλαδή υπεύθυνο για τη δράση του τάγματος εφόδου. Ο Καζαντζόγλου με τη σειρά του ενημέρωσε τον πυρηνάρχη του, τον Γεώργιο Πατέλη, ο οποίος στη συνέχεια μίλησε τηλεφωνικά για 64 δεύτερα με τον Ιωάννη Λαγό.
«Και αμέσως μόλις έκλεισαν το τηλέφωνο, ο Πατέλης -όπως προέκυψε από το κινητό του ίδιου του Καζαντζόγλου- έστειλε ένα μήνυμα sms με το οποίο καλούσε επιτακτικά τα μέλη του τάγματος εφόδου να εμφανιστούν στα γραφεία», τονίζει η Χρ. Παπαδοπούλου και σημειώνει ότι «η τηλεφωνική αλληλουχία αποκαλύπτει ακριβώς την ιεραρχική δομή της οργάνωσης και το πώς τελούνται οι επιθέσεις».
Υπενθυμίζει, εκεί, το βίντεο όπου ο πυρηνάρχης της Νίκαιας οργανώνει άλλη επίθεση κατά την οποία οι χρυσαυγίτες ετοιμάζονται, σύμφωνα με τα λεγόμενά τους, να «σφάξουν ό,τι κινείται» και κατά το οποίο ο Πατέλης λέει ότι «αν πάρω το ΟΚ από τον Λαγό θα σας έρθει μήνυμα». Γεγονός που επιβεβαιώνει τον τρόπο τέλεσης των επιθέσεων με βάση την ιεραρχία και την απόλυτη πειθαρχία.
«Το βράδυ της δολοφονίας, λοιπόν, ενεργοποιήθηκε ο “κομματικός” μηχανισμός της Χ.Α. με πλήρη τήρηση της ιεραρχίας προκειμένου να συγκεντρωθούν οι χρυσαυγίτες στην Τοπική της Νίκαιας και να κατευθυνθούν συγκροτημένα προς το “Κοράλλι” για να επιτεθούν», επισημαίνει η Χρ. Παπαδοπούλου.
Το κομβόι των χρυσαυγιτών που αποτελούνταν από μηχανές και αυτοκίνητα και κατευθυνόταν στην καφετέρια «Κοράλλι», έχει καταγραφεί στις κάμερες ασφαλείας των καταστημάτων της περιοχής.
«Από τις κάμερες προκύπτει ότι εισέρχονται από τη Σαλαμίνος 8 μηχανές και τρία αυτοκίνητα, το ένα εκ των οποίων ταιριάζει στην περιγραφή του αυτοκινήτου του Ρουπακιά, ένα ασημί Nissan Almera», αναφέρει η Ελευθερία Τομπατζόγλου. Αλλωστε ο ίδιος ο Ρουπακιάς έχει ομολογήσει στην απολογία του ότι ξεκίνησε από τα γραφεία της οργάνωσης μαζί με τους υπόλοιπους χρυσαυγίτες, γεγονός που επιβεβαιώνει στην κατάθεσή της και η αδερφή του, Χρυσούλα Ρουπακιά.
Και παρ’ όλο που η υπεράσπιση προσπάθησε να ισχυριστεί ότι ο Ρουπακιάς δεν κλήθηκε στο σημείο του εγκλήματος από την ηγετική ομάδα της Νίκαιας, όπως τονίζει η Χρ. Παπαδοπούλου, στο διάστημα που η επίθεση ακόμα οργανώνεται, «ο Ρουπακιάς μιλάει με τον Δήμου και αμέσως μετά με τον Καζαντζόγλου που είναι ο υπεύθυνος ασφάλειας, δηλαδή αυτός που είναι υπεύθυνος για το τάγμα εφόδου και ο οποίος προφανώς του είπε “έλα στα γραφεία τώρα”».
Και όταν φτάνει στον τόπο της δολοφονίας, όπως εξηγεί η Ελ. Τομπατζόγλου, «ο Ρουπακιάς γνωρίζει ακριβώς πού να πάει και το νόημα του παρκαρίσματός του στην οδό Ξάνθου, ήταν για να υπολογίσει αν μπορεί να πάει με τα πόδια ή όχι. Και προφανώς για λόγους ταχύτητας και πιθανότατα για τη διαφυγή του επέλεξε να πάει αντίθετα στο ρεύμα με το αυτοκίνητο. Αυτό αποδεικνύει ότι αφ’ ενός τον περίμεναν και αφ’ ετέρου τον σκοπό, που ήταν η δολοφονία».
«Και εδώ είναι το πολύ σημαντικό σημείο της κατάθεσης των δύο φοιτητριών», συμπληρώνει η Χρ. Παπαδοπούλου, επισημαίνοντας ότι «όταν έφτασε ο Ρουπακιάς στο σημείο όπου ήδη διεξαγόταν η επίθεση, ο κλοιός των επιτιθέμενων χρυσαυγιτών, που είχαν περικυκλώσει τον Παύλο, άνοιξε και του δόθηκε ο χώρος για να περάσει και να μαχαιρώσει».
Κι ενώ τα τηλέφωνα των κατηγορουμένων έχουν πάρει φωτιά πριν και μετά τη δολοφονία, υπάρχει ένα διάστημα τουλάχιστον 6 λεπτών λίγο πριν και λίγο μετά τα μεσάνυχτα, όπου επικρατεί απόλυτη σιγή και κανείς δεν μιλάει με κανέναν. Είναι βέβαια το διάστημα που πραγματοποιούν την επίθεση.
Αμέσως μετά το έγκλημα οι τηλεφωνικές συνομιλίες αρχίζουν και πάλι. Και εκεί έχουμε την αλληλουχία των κλήσεων που ξεκινά από τον Ρουπακιά, ο οποίος έχει συλληφθεί αλλά διατηρεί το κινητό του και η οποία διαδοχικά μέσω του Πατέλη και του Λαγού, φτάνει στο προσωπικό κινητό του Μιχαλολιάκου.
Η Χρ. Παπαδοπούλου εξηγεί ότι «ο Λαγός είχε ενημερωθεί από τον πυρηνάρχη του, εξάλλου υπάρχει και το βίντεο όπου ο ίδιος ο Λαγός παραδέχεται ότι ενημερώθηκε από τον Πατέλη. Είναι σαφές ότι μετά ενημερώνει τον Αρχηγό, κυρίως για το ότι ο Ρουπακιάς συνελήφθη. Γιατί αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό. Οτι απ’ όλες τις επιθέσεις είναι η πρώτη φορά που έχουμε επ’ αυτοφώρω σύλληψη του δράστη και μάλιστα ύστερα από υπόδειξη του ίδιου του Παύλου λίγο πριν ξεψυχήσει. Αν δεν είχαμε τη σύλληψη αυτή, δεν θα είχαμε το κινητό του Καζαντζόγλου, δεν θα είχαμε το μήνυμα του Πατέλη και θα είχαμε το αφήγημα ότι “τον σκότωσε για το ποδόσφαιρο”».
Και πλέον ακόμα και η υπεράσπιση μετακινείται από το αρχικό ψέμα του Μιχαλολιάκου ότι δήθεν με τον Λαγό συζήτησαν για άλλα και ότι ο ίδιος ενημερώθηκε για τη δολοφονία την άλλη μέρα το μεσημέρι.
«Ως προς την κλήση Λαγού-Μιχαλολιάκου εμμέσως πλην σαφώς η υπεράσπιση παραδέχτηκε ότι “εντάξει, αρχηγός κόμματος είναι, δεν θα ενημερωνόταν;”», λέει η συνήγορος. Κι έπειτα οι κλήσεις παίρνουν την αντίθετη φορά, καθώς οι εντολές του Μιχαλολιάκου μεταφέρονται μέσω του Λαγού και του Πατέλη στον Ρουπακιά και από εκεί και πέρα αρχίζει από τη Χρυσή Αυγή η επιχείριση συγκάλυψης του εγκλήματος.
Οπως θυμίζει η Ελ. Τομπατζόγλου, «από την άρση απορρήτου προκύπτει ότι όταν την επομένη της δολοφονίας η αστυνομία άρχισε να καλεί χρυσαυγίτες στη ΓΑΔΑ να καταθέσουν, υπάρχει μια άτυπη συνδιάσκεψη μεταξύ Μιχαλολιάκου, Κασιδιάρη και Λαγού, οι οποίοι τηλεφωνικά δίνουν οδηγίες στον Σωτήρη Δεβελέκο, ως προς το τι να καταθέσει εάν κληθεί στη ΓΑΔΑ, σε σχέση με το αν γνωρίζει τον Ρουπακιά. Οπου αρχικά του προτείνουν να μην πάει καθόλου. Στη συνέχεια ο Μιχαλολιάκος λέει ότι θα θεωρηθεί ύποπτο το να μην πάει καθόλου ένα υψηλόβαθμο στέλεχος των γραφείων του Πειραιά και καταλήγουν στο να καταθέσει μεν, αλλά να πει ότι δεν τον γνωρίζει».
Και προσθέτει ότι από τα τηλεφωνήματα προκύπτει πως «στελέχη της Τοπικής του Πειραιά προσπαθούν, κατόπιν εντολής του Λαγού, να ξεφορτωθούν μαχαίρια, κλομπ και ό,τι εμπίπτει στην έννοια του όπλου σύμφωνα με τον νόμο. Και μην ξεχνάμε ότι υπάρχει και ενημέρωση από την αστυνομικό του Τμήματος Πειραιά Βενετία Πόπορη σε χρυσαυγίτη του Πειραιά, ότι θα γίνει εντός ολίγου αστυνομική έρευνα στα γραφεία του Πειραιά. Η οποία αστυνομικός, κατηγορούμενη κι αυτή στη δίκη, είναι για κάποιο λόγο ακόμα στην υπηρεσία».
Οσο για τον πυρήνα της Νίκαιας, η Ελ. Τομπατζόγλου επισημαίνει ότι για την ηγεσία της Χρυσής Αυγής ήταν το υπόδειγμα τάγματος εφόδου, το οποίο όλοι οι βουλευτές επευφημούσαν επειδή κατόπιν εντολών της ηγεσίας περιφερόταν ανά την Ελλάδα, με την παρουσία του σε περιφερειακές πόλεις να έχει συνδεθεί με επεισόδια και επιθέσεις. Οι βουλευτές της Χρυσής Αυγής λοιπόν τους επευφημούσαν ακριβώς για τον ρόλο τους στην εγκληματική δράση της οργάνωσης. «Πάρα πολλές φορές τονίζουν οι βουλευτές της Χ.Α. πόσο πειθαρχημένοι είναι στη Νίκαια στις εντολές της ηγεσίας, χωρίς μάλιστα να κρίνουν τις εντολές αυτές γιατί, όπως έχει πει κι ο Παναγιώταρος, “πρέπει να υπακούτε στις εντολές ακόμα και αν σας φαίνονται παράξενες” ή “παράλογες”, όπως τις λέει ο Πατέλης», αναφέρει η συνήγορος.
Ενώ η Χρ. Παπαδοπούλου θυμίζει ότι η Νίκαια μετείχε και στις εγκληματικές ενέργειες της Χρυσής Αυγής στην Πάρο, τον Φεβρουάριο του 2013, όπου η Μαρία Τρούλλου αναγνώρισε τον Μίχο ως φυσικό αυτουργό του βαρύτατου τραυματισμού της στο κεφάλι. «Γι’ αυτή την επίθεση έρχεται λίγο μετά ο Παναγιώταρος και λέει τι “ωραία επεισοδιακή συνεστίαση” ήταν», σημειώνει η δικηγόρος.
Και ποια είναι η στάση της υπεράσπισης απέναντι στη δολοφονία; «Αρχικά προσπαθούσαν να αρνηθούν τα πάντα. Οτι οι επιτιθέμενοι ήταν χρυσαυγίτες, να αμφισβητήσουν την παρουσία και των μαρτύρων που ήταν αυτόπτες, δεν αποδέχονταν ούτε καν τα αυταπόδεικτα», λέει η Χρ. Παπαδοπούλου και προσθέτει ότι συνήγορος υπεράσπισης έφτασε στο σημείο να αποκαλέσει τον δολοφονημένο Φύσσα «φερόμενο θύμα».
Η Ελ. Τομπατζόγλου προσθέτει ότι «κάποιος συνήγορος υπεράσπισης είχε προσπαθήσει να πει ότι ο κλοιός των χρυσαυγιτών γύρω από τον Παύλο ήταν οι φίλοι του».
Αλλά μετά την ανάδειξη όλων αυτών των στοιχείων η υπεράσπιση έχει υποχρεωθεί πια σε απανωτές αναδιπλώσεις. Τώρα, όπως μας λένε οι συνομιλήτριές μας, παραδέχεται ότι οι δράστες ήταν χρυσαυγίτες, αλλά προσπαθεί να ισχυριστεί ότι «ο Ρουπακιάς μόνος του έκανε το κακούργημα και ότι οι υπόλοιποι χρυσαυγίτες απλώς χτυπούσαν, έβριζαν, απειλούσαν» και ότι επιτέθηκαν μόνο «σε βαθμό πλημμελήματος». Ενώ κάνουν ό,τι μπορούν, προσπαθώντας να αποσυνδέσουν τη δολοφονία από τη συνολική δράση της οργάνωσης.
Αλλά βέβαια το δικαστήριο πια γνωρίζει ότι και η δολοφονία του Παύλου Φύσσα έχει ακριβώς τα ίδια χαρακτηριστικά που έχουν όλες οι οργανωμένες εγκληματικές ενέργειες της Χρυσής Αυγής και τα οποία θυμίζει η Ελ. Τομπατζόγλου:
«Λαμβάνουν χώρα βράδυ, από συγκροτημένες ομάδες που είναι πολυπληθέστερες από τα θύματα. Πάντα η ομάδα των θυμάτων είναι άοπλη και αιφνιδιάζεται, γεγονός που αποκλείει σε όλες τις περιπτώσεις το σενάριο ότι πρόκειται για συμπλοκή. Οι χρυσαυγίτες είναι πάντα οπλισμένοι, εμφανίζονται και αποχωρούν συντεταγμένα, στις περισσότερες περιπτώσεις ακούγεται παράγγελμα αποχώρησης, όπως επίσης και οι περισσότερες επιθέσεις έχουν ένα συγκεκριμένο χρονικό όριο μέσα στο οποίο λαμβάνουν χώρα. Και σε συνδυασμό με καταθέσεις άλλων μαρτύρων αργότερα, για παράδειγμα του Ηλία Σταύρου που ήταν πρώην μέλος της Χ.Α., προκύπτει ότι υπάρχει εντολή για την πραγμάτωση του μέγιστου δυνατού κακού μέσα στον ελάχιστο χρόνο. Ο Σταύρου είπε ότι αν η εντολή είναι “σπάστε” πρέπει να σπάσουν ό,τι μπορούν μέσα σε ένα λεπτό, εάν είναι “σκοτώστε” πρέπει να προσπαθήσουν να σκοτώσουν μέσα σε ένα λεπτό».
Η Ελευθερία Τομπατζόγλου έχει βέβαια και η ίδια υποστεί αυτόν τον οργανωμένο τρόπο με τον οποίο η Χρυσή Αυγή εξαπολύει την εγκληματική δράση της. Ηταν εκείνη που οι χρυσαυγίτες τραυμάτισαν βαρύτατα στο κεφάλι κατά τη δολοφονική τους επίθεση στον ελεύθερο κοινωνικό χώρο του Πειραιά «Φαβέλα».
«Εζησα αυτό που έχουν καταθέσει στο δικαστήριο 50 άνθρωποι. Αυτό που διαπίστωσα ότι ήταν ο τρόπος λειτουργίας της Χρυσής Αυγής από τα στοιχεία της δικογραφίας, το έζησα προσωπικά. Και είναι και το μόνο που μου έδωσε την ψυχραιμία να σκεφτώ ότι σε ελάχιστα λεπτά, όσο δηλαδή κρατούν όλες οι επιθέσεις, θα δοθεί το παράγγελμα και θα φύγουν. Και είπα στον εαυτό μου ότι “τότε θα τη γλιτώσεις”».