EUROKINISSI / Τατιάνα Μπόλαρη.
(Κείμενο: Μαρία Δήμα, ΕφΣυν, 4/11/2017)
Με εντάσεις που προκλήθηκαν από την πλευρά της υπεράσπισης των κατηγορουμένων χρυσαυγιτών, ξεκίνησε χθες στη δικαστική αίθουσα του Κορυδαλλού την κατάθεσή του ο πρώτος προστατευόμενος μάρτυρας στην εκδίκαση της υπόθεσης της εγκληματικής οργάνωσης της Χρυσής Αυγής. Το πρώην μέλος της Χρυσής Αυγής, που φέρει την κωδική ονομασία προστατευόμενος μάρτυρας «Α» κατέθεσε μέσω τηλεδιάσκεψης με αλλοιωμένα τα χαρακτηριστικά της φωνής του, από ειδικό χώρο στη ΓΑΔΑ με παρούσες δύο δικαστικούς λειτουργούς.
Την Αλεξάνδρα Κοσμά, εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών, και την πταισματοδίκη Ξανθούλα Nουλέλη, οι οποίες βεβαίωσαν το δικαστήριο ότι το πρόσωπο που βρίσκεται στο θάλαμο εξέτασης μαρτύρων ήταν ο μάρτυρας «Α». Στην κατάθεσή του ο μάρτυρας μίλησε για «στρατιωτικού τύπου» οργάνωση με σκληρή εκπαίδευση, ενώ περιέγραψε και τον τρόπο που οργάνωναν επιθέσεις κατά των αλλοδαπών και άλλων ατόμων που θεωρούσαν ανεπιθύμητους.
Ο μάρτυρας εισέφερε στο δικαστήριο την προσωπική του εμπειρία, ως μέλους της Χ.Α. από το 2012 ώς το 2013, όταν και αποχώρησε μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Αν και πρόκειται για προστατευόμενο πρόσωπο η υπεράσπιση των κατηγορουμένων γνωστοποίησε δύο φορές το όνομά του στο δικαστήριο παρά την προηγούμενη ρητή απαγόρευση της έδρας.
«Αρχές του 2012 επισκέφθηκα τα γραφεία της Χρυσής Αυγής στον Πειραιά. Με είχε συστήσει ένας γνωστός μου, λέγοντάς μου ότι θα μπορούσαν να με βοηθήσουν σε πολλά πράγματα. Ολα ήταν ψέματα για να προσελκύσουν ανθρώπους κοντά τους. Η πρώτη γνωριμία που είχα ήταν με τον Πατέλη, ο οποίος ήταν υπεύθυνος των γραφείων της Νίκαιας. Στον Πειραιά ερχόταν ο Λαγός και ο Μιχαλολιάκος. Είχαμε και τις λεγόμενες “βόλτες”. Κάναμε πολεμικές ασκήσεις για να μπορέσουμε να είμαστε έτοιμοι για πολλά πράγματα. Ξέρουν καλά οι άνθρωποι αυτοί τι εννοώ.
Δέχτηκε απειλές
»Ξεκινάγαμε και πηγαίναμε στη Σπάρτη… Οταν ξεκινούσαμε να πάμε κάπου για να επιτεθούμε… Αυτά λέγονταν βόλτες. Μία φορά που κάναμε εκπαίδευση πήγαμε στη Μαλακάσα. Η εκπαίδευση ήταν στρατιωτική. Να μπορούμε να παλεύουμε, να αμυνόμαστε και να έχουμε τρόπους διαφυγής. Ο Ρουπακιάς ήθελε να αναδειχθεί και να φαίνεται ως εκπαιδευτής. Δεν ήταν απλός σαν εμάς. Είχε αξίωμα. Μιλούσε με τους μεγάλους, με τους πυρηνάρχες», δήλωσε, συμπληρώνοντας ότι κατά την εκπαίδευση είχε δει και τον Κασιδιάρη.
Ο μάρτυρας κατέθεσε ακόμη ότι «όταν έγινε η δολοφονία του Φύσσα όλα αυτά είχαν συζητηθεί στον Πειραιά. Από τις καταθέσεις που είχαν δώσει οι φίλοι του Φύσσα πριν ακόμα φτιαχτεί ο φάκελος οι καταθέσεις είχαν φτάσει στα γραφεία του Πειραιά και της Νίκαιας». Είπε επίσης ότι είχε λάβει μέρος σε επίθεση στο Ρέντη: «Χτυπήθηκε ένα παλικάρι, ένας Πακιστανός. Πήγαμε είκοσι μηχανάκια και πάντα με δύο άτομα επάνω. Μετά από μήνυμα πήγαμε και εκεί. Στη μηχανοκίνητη πορεία πάντα υπάρχει υπεύθυνος. Είχα λάβει μέρος και σε άλλη πορεία στον Πειραιά όπου χτυπήθηκαν ξένοι και Ελληνες. Πάλι με μήνυμα ξεκίνησε να συγκεντρωθούμε και μετά να διαγράψουμε το μήνυμα».
Είπε ακόμα ότι όταν ήθελε να αποχωρήσει από την οργάνωση «απειλήθηκε η οικογένειά μου αρκετές φορές. Εγώ δεν ήθελα να γίνω δολοφόνος. Η τακτική μίσους που ακολουθούσαν δεν με έβρισκε σύμφωνο», επισήμανε, ενώ προσέθεσε ότι «στις οργανώσεις Νίκαιας, Περάματος και Πειραιά υπήρχαν μαχαίρια, στειλιάρια και όπλα που ήταν διασκορπισμένα δεξιά και αριστερά. Ο Πατέλης είχε δύο περίστροφα».
Επισήμανε, τέλος, ότι «οι επιθέσεις δεν ήταν ποτέ τυχαίες. Ηταν όλα προγραμματισμένα. Ηταν ο πυρηνάρχης, ο Λαγός και πάνω ο Μιχαλολιάκος. Ετσι ήταν η ιεραρχία. Εγώ ήμουν απλός φαντάρος», περιγράφοντας τη μορφή των ταγμάτων εφόδου, τα οποία, όπως είπε, αποτελούνταν από 15 ώς 30 άτομα με στολές παραλλαγής, σημαίες φτιαγμένες πάνω σε στειλιάρια, τονίζοντας ότι πάντα στο τάγμα υπήρχε επικεφαλής.