(Κείμενο: Άντα Ψαρρά, ΕφΣυν, 24/12/2015)
Kατά τη 42η ημέρα της δίκης για τη Χρυσή Αυγή ο αστυνομικός της ομάδας ΔΙΑΣ, Δ. Μπάγιος, συνέχισε την κατάθεσή του, έχοντας προφανώς συνέλθει από την προχθεσινή λιποθυμία.
Η πρόεδρος συνέχισε τις ερωτήσεις, χωρίς ο ίδιος να καταφέρει να εισφέρει το παραμικρό, αφού συνολικά η κατάθεσή του έκανε φανερή στο ακροατήριο όχι απλώς την εξ αποστάσεως παρακολούθηση της δράσης του τάγματος εφόδου και της δολοφονίας του Φύσσα, αλλά και την πλήρη αστυνομική αδράνεια, αντί της παραμικρής προσπάθειας να αποτραπεί η δολοφονία.
Από τις απαντήσεις του μάρτυρα σχετικά με το τι είδε, πού στάθηκε, ποια διαδρομή ακολούθησαν οι 6 αστυνομικοί της ΔΙΑΣ, πού παρκάρισαν τις μηχανές τους και, τέλος, για το πώς έδρασαν όταν έφτασαν στο σημείο της δολοφονίας, αυτό που πάρκαραν ως πιθανότερο σενάριο είναι ότι οι αστυνομικοί της ΔΙΑΣ γυρνούσαν γύρω γύρω στην περιοχή χωρίς καν να κατέβουν από τις μηχανές, ενώ κάποιοι από αυτούς έσπευσαν πεζή στον τόπο του εγκλήματος, αλλά μετά το μαχαίρωμα.
Την ώρα δηλαδή που ο Παύλος Φύσσας κατέρρεε και ο Ρουπακιάς πήγαινε να πάρει το αυτοκίνητό του και να φύγει. Ο λόγος που τελικά δεν το έκανε είναι ότι ο Φύσσας κατάφερε να φωνάξει «πιάστε τον, με μαχαίρωσε».
Χαρακτηριστικοί οι διάλογοι και οι παρατηρήσεις της προέδρου στον «αυτόπτη» μάρτυρα αστυνομικό, ο οποίος κατά δήλωσή του είχε ρόλο «παρατηρητή». «Μόνο ακούγατε; Δεν βλέπατε;». «Πώς εξαφανίστηκαν οι 15 [χρυσαυγίτες] από τα μάτια σας;». «Τι εννοείτε όταν λέτε “με τέτοια άτομα δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα”;». «Γιατί δεν ζητήσατε ενισχύσεις αφού φοβηθήκατε τους 50;».
Πρόεδρος: Λέτε ότι προστατεύατε το «Κοράλλι»! Ούτε εκεί δεν μπήκατε. Μιλήσατε μετά με κάποιον ανώτερο για ό,τι έγινε, για το τι θα μπορούσε να είχε γίνει;
Μάρτυρας: Μίλησα, δεν θυμάμαι με ποιους. Ολοι μάς είπαν ότι κάναμε ό,τι καλύτερο. Ακόμα και ο αρχηγός της αστυνομίας. Υπάρχει έπαινος.
Πρόεδρος: Σας έδωσαν έπαινο για ποιο λόγο; Πιάσατε τον Ρουπακιά ενώ περπατούσε αργά προς το αυτοκίνητό του. Μου κάνει εντύπωση ότι πιάσατε τον εκ προθέσεως τελέσαντα την ανθρωποκτονία, όπως κατηγορείται.
Μάρτυρας: Αν κάποιος ζητούσε βοήθεια θα τον προστατεύαμε.
Ο μάρτυρας τελικά και μέσα από τις ερωτήσεις σταθερά επανέλαβε τα περί των 50 ατόμων που, κοντοκουρεμένοι, μυώδεις και μαυροντυμένοι, φόβισαν τους αστυνομικούς, ότι αυτοί οι 15-20 που αποσπάστηκαν παρέμεναν απέναντι από το σημείο της δολοφονίας, ότι οι 4-5 που ήταν μαζί με τον Ρουπακιά έφυγαν τρέχοντας και πως, παρ’ ότι οι αστυνομικοί της ΔΙΑΣ εκπαιδεύονται να αντιμετωπίζουν επικίνδυνους ληστές ακόμα και με Καλάσνικοφ, εντούτοις, αν κινδυνεύει ένας ή περισσότεροι πολίτες, θα πρέπει να ζητήσουν βοήθεια, διαφορετικά δεν προβλέπεται καμία επέμβαση.
Ελλιπής εξοπλισμός
Απαντώντας στις ερωτήσεις της Πολιτικής Αγωγής, ο μάρτυρας διευκρίνισε ότι οι αστυνομικοί είναι εκπαιδευμένοι, αλλά για να επέμβουν πρέπει να έχουν αριθμητική υπεροχή, ενώ δεν διευκρίνισε τον λόγο που αρχικά δεν του ζητήθηκε να δώσει κατάθεση.
Στις ερωτήσεις του συνηγόρου της Πολιτικής Αγωγής Κ. Παπαδάκη, που σημειωτέον συνεχώς διακοπτόταν από την υπεράσπιση, ο μάρτυρας διευκρίνισε ότι δεν ξεχώρισε από τους υπόλοιπους τον Ρουπακιά, απλά δεν ταίριαζε εμφανισιακά.
Κ. Παπαδάκης: Λέτε ότι δεν είδατε ούτε όπλα ούτε ρόπαλα, ενώ εσείς είχατε. Τι φοβηθήκατε; Τι κάνει τους χρυσαυγίτες τόσο τρομερούς, ώστε να αισθάνεστε κατώτεροι;
Μάρτυρας: Δεν έχουμε εξοπλισμό, ούτε εκπαίδευση να αντιμετωπίζουμε τέτοιους.
Η δίκη συνεχίζεται στις 11 Ιανουαρίου.
Pingback: Η Δίκη –