(Συντάκτης: Μαρία Δήμα, Αντα Ψαρρά, ΕφΣυν, 05/11/2015)
Η 25η ημέρα στη δίκη της Χρυσής Αυγής ξεκίνησε με σχολιασμό των συνηγόρων των κατηγορουμένων για τον Δ. Μελαχροινόπουλο, φίλο και αυτόπτη μάρτυρα της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα. Οι δικηγόροι προσπάθησαν να αμφισβητήσουν μέχρι και την παρουσία του στο σημείο αλλά και τα αίματα που είχε στα χέρια όταν μετέφερε τον δολοφονημένο φίλο του, μια και, όπως ισχυρίστηκαν, αποκλείεται να επέτρεψαν οι τραυματιοφορείς να βοήθησε κάποιος στη μεταφορά!
Στη συνέχεια κλήθηκε στο βήμα να καταθέσει ο αστυνομικός της Αμεσης Δράσης Δ. Κουρέντζης. Ο συγκεκριμένος αστυνομικός ανήκε στο πλήρωμα του περιπολικού που έφτασε στο σημείο ελάχιστα λεπτά μετά το μαχαίρωμα.
Η πρόεδρος τον κάλεσε να αρχίσει την κατάθεσή του:
Δ.Κ.: Είχα υπηρεσία και διατάχθηκα να μετακινηθώ στην περιοχή Κερατσινίου. Ημουν συνοδηγός και είχαμε ειδικές εντολές για την ευρύτερη περιοχή της Νίκαιας. Λάβαμε σήμα στις 24.00 για συμπλοκή ατόμων στην Π. Τσαλδάρη και σε ένα μόλις λεπτό φτάσαμε στο σημείο, ήμαστε πολύ κοντά. Ανερχόμενοι την Π. Τσαλδάρη, βλέπω ένα αμάξι με αναμμένα φώτα ανάποδα στο ρεύμα κυκλοφορίας που δεν δικαιολογούσε την παρουσία του. Μέσα υπήρχε καθισμένος κάποιος στη θέση του οδηγού.
Φτάνοντας είδαμε κόσμο στα πεζοδρόμια, περίοικους, παρέες νεαρών, άνδρες και γυναίκες. Οι συνάδελφοι της ΔΙΑΣ κρατούσαν τον όχλο μακριά από το σημείο. Βάλαμε το περιπολικό σε σχήμα Τ μπροστά στο αμάξι για να μην μπορεί να φύγει. Κατεβήκαμε και οι δύο και είδαμε μια παρέα παιδιών που κρατούσαν έναν αιμόφυρτο άντρα στα χέρια, τον κράταγε μια κοπέλα.
Το σημείο απείχε 10 με 15 μέτρα από το παρκαρισμένο αμάξι. Προσπαθώ να δω εκείνη τη στιγμή πού είναι τα τραύματα και βλέπω το τραύμα στην καρδιά και στη μασχάλη. Είπα στην κοπέλα να τον κρατάει ακίνητο κι εκείνη μου απάντησε «τι ακίνητος, δεν βλέπεις, ρε φίλε, ότι είναι κίτρινος σαν το λεμόνι;». Κάλεσα το ασθενοφόρο σχεδόν ουρλιάζοντας, έβλεπα ότι το παιδί έφευγε. Ενας από την παρέα μού λέει ότι αυτός μέσα στο αμάξι το έκανε.
Πρόεδρος: Θα μπορούσε να είχε φύγει ο οδηγός;
Δ.Κ.: Ούτε με το αμάξι ούτε με τα πόδια μπορούσε τότε να φύγει. Ο συνάδελφός μου ήταν κι αυτός δίπλα. Ο οδηγός κάπνιζε και του είπα να σβήσει το τσιγάρο και να μου πει τι έγινε. Απάντησε ότι δεν ήξερε τίποτα. Του ζήτησα να περιμένει και πήγα να κάνω έλεγχο πίσω από το αυτοκίνητο. Δεν ήθελα να τον φέρω σε σύγχυση. Στην πίσω ρόδα βρήκα το μαχαίρι, το περισυνέλεξα και το τοποθέτησα σε σακουλάκι. Τότε ζήτησα από τον οδηγό να βγει έξω και του πέρασα χειροπέδες.
Πρόεδρος: Πώς ήταν εκείνη την ώρα;
Δ.Κ.: Ηρεμος, νηφάλιος.
Ο μάρτυρας συνέχισε περιγράφοντας το πώς κάθισε δίπλα του στο περιπολικό και πώς μετά από 10 κλήσεις που είχε στο μεταξύ κάνει στο ΕΚΑΒ ξεκίνησαν για το τμήμα Κερατσινίου. «Καθοδόν του είπα να μου πει τι έγινε κι εκείνος είπε πάλι ότι δεν ξέρει. Του ανέφερα ότι θα βρούμε αποτυπώματα, στοιχεία, όλα. Τότε μου λέει: ‘‘Εγώ το έκανα, μην πείτε τίποτα, είμαι δικός σας’’.
Σκέφτηκα μήπως είναι αστυνομικός και ρώτησα τι εννοεί. ‘‘Είμαι δικός σας, της Χρυσής Αυγής’’. Αυτό το ανέφερα αμέσως στο κέντρο. Στο τμήμα τον άφησα, όπως και το μαχαίρι, στον αξιωματικό υπηρεσίας, πήρα τις χειροπέδες μου και επιστρέψαμε κατόπιν εντολών στο σημείο για να διενεργήσουμε αναζητήσεις».
Οπως είπε απαντώντας σε ερωτήσεις της προέδρου, «πάντα επιστρέφουμε σε χώρους συμπλοκής και αυτή τη φορά ψάχναμε για άτομα με μαύρα ρούχα, οπλισμένα ίσως με ρόπαλα, καδρόνια κ.λπ. Διότι στο μεταξύ είχαν φτάσει πληροφορίες στο κέντρο και τα σήματα συμπληρώθηκαν».
Σε άλλη ερώτηση απάντησε ότι δεν συνομίλησε ο ίδιος με τους 7-8 αστυνομικούς της ΔΙΑΣ και ανέφερε ότι απλά άκουσε κάποιο συνάδελφο πίσω του να λέει «προσέχετε το αμάξι διότι συνδέεται με το περιστατικό». Χρειάστηκε πολλές φορές στη διάρκεια της κατάθεσης να επαναλάβει ότι ο Ρουπακιάς ήταν νηφάλιος και μάλιστα σε ερώτηση του συνηγόρου Ρουπακιά απάντησε ότι του φάνηκε απαθής ενώ ένα παιδί δίπλα αιμορραγούσε. «Εχω δει άνθρωπο παγωμένο, σε κατάσταση σοκ, να μην μπορεί να μιλήσει. Εκείνος κάπνιζε και μου έδινε την εικόνα του αδιάφορου ακόμα και με τον τρόπο που μου μίλησε».
Ερωτήσεις απ’ την εισαγγελέα
Η εισαγγελέας απέφυγε κάθε ερώτηση σχετική με την εγκληματική οργάνωση και ρώτησε μόνο αν πριν φτάσει εκεί το περιπολικό θα μπορούσε ο Ρουπακιάς να έχει φύγει. Ο μάρτυρας απάντησε καταφατικά. Τον ρώτησε ακόμα γιατί στην πρώτη του κατάθεση δεν είχε πει ότι ο Ρουπακιάς κάπνιζε. Η υπόλοιπη έδρα δεν έκανε ερωτήσεις.
Ακολούθησαν οι ερωτήσεις της Πολιτικής Αγωγής από τις οποίες και προέκυψε, σύμφωνα με τον μάρτυρα, ότι οι αστυνομικοί της ΔΙΑΣ βασικά συγκρατούσαν τον κόσμο από το να πλησιάσει στο σημείο και ότι ο Ρουπακιάς δεν είχε την εικόνα κάποιου μετά από συμπλοκή. Στη διάρκεια των ερωτήσεων της Π.Α., οι συνήγοροι υπεράσπισης εμπόδιζαν συνεχώς τις ερωτήσεις με φωνές και αποδοκιμασίες, με αποτέλεσμα η πρόεδρος να διακόψει απότομα τη διαδικασία.
Ο μάρτυρας δήλωσε ότι ως αστυνομικός της Αμεσης Δράσης δεν είχε βρεθεί σε πορείες ούτε σε συγκεντρώσεις και δεν γνώριζε τίποτα για τη Χρυσή Αυγή και τα τάγματα εφόδου. Ωστόσο αναφέρθηκε στην αυξημένη προσοχή που είχαν εντολή να επιδείξουν οι αστυνομικοί μετά την επίθεση στο Πέραμα, αλλά και στα σήματα του «κέντρου», που μιλούσαν για περιστατικά με χρυσαυγίτες που κυνηγούσαν αλλοδαπούς. Τέλος, αναγνώρισε σε φωτογραφία που του επιδείχτηκε από τη δικογραφία το μαχαίρι της δολοφονίας.
Σε ερώτηση της Π.Α. για το αν δέχτηκε απειλές, απάντησε καταφατικά και μάλιστα δήλωσε ότι απειλήθηκε και ο αδελφός του που είναι αστυνομικός, όπως και ο θείος του. Πέρα από τα ανώνυμα απειλητικά τηλεφωνήματα, είπε στο δικαστήριο ότι του χάραξαν το αυτοκίνητο μετά την περασμένη δικάσιμο, ενώ έχει δώσει ένορκη κατάθεση για όλα αυτά. Η υπεράσπιση υπαινίχθηκε ότι ο μάρτυρας είχε ενημερώσει την Πολιτική Αγωγή για τις απειλές, αλλά αμέσως ξεκαθάρισε ο Α. Τζέλης ότι την ερώτηση για το αν κάποιος από τους μάρτυρες δέχτηκε απειλές την υποβάλλει πάντα σε όλους τους μάρτυρες.
Η συγκεκριμένη μαρτυρία του αστυνομικού ήταν εντυπωσιακά σαφής, ο ίδιος απαντούσε για όσα γνώριζε και για όσα δεν γνώριζε χωρίς δισταγμό, ενώ στο τέλος ζήτησε από το δικαστήριο να μεριμνήσει ώστε να μην ελλοχεύει κίνδυνος για τον ίδιο και την οικογένειά του.
Η δίκη συνεχίζεται στις 6/11.