(Κείμενο: Θανάσης Καμπαγιάννης, Εργατική Αλληλεγγύη, 23/09/2015)
Η δήλωση του Μιχαλολιάκου στον Χατζηνικολάου ότι “αναλαμβάνει την πολιτική ευθύνη για τη δολοφονία του Φύσσα” δικαίως ξεσήκωσε ομόθυμη καταδίκη.
Είναι σημαντικό να καταλάβουμε τι είπε ο Μιχαλολιάκος: από εκεί που η Χρυσή Αυγή αρνιόταν κάθε σχέση με τον Ρουπακιά και τη δολοφονία, τώρα ο αρχηγός της αναγνωρίζει την ευθύνη της, “μόνο” όμως σε “πολιτικό” επίπεδο. Είναι βέβαια γνωστό ότι τα πολιτικά κόμματα έχουν πολιτική ευθύνη για τις πράξεις των μελών και των στελεχών τους, και όχι γι’ αυτές των “ψηφοφόρων” τους, όπως περιγραφόταν μέχρι σήμερα ο Ρουπακιάς. Ακόμα και τα παραδείγματα εγκληματικών ενεργειών που φέρνει ο Μιχαλολιάκος για να δικαιολογηθεί (εξοπλιστικές μίζες από τον Τσοχατζόπουλο του ΠΑΣΟΚ ή δολοφονία Τεμπονέρα από τον Καλαμπόκα της Νέας Δημοκρατίας) αφορούν στελέχη των αντίστοιχων κομμάτων και όχι βέβαια ψηφοφόρους. Το ίδιο ισχύει και για τον Ρουπακιά, που ήταν στέλεχος στην τοπική της Νίκαιας, και συγκεκριμένα ταμίας, όσο και αν οι χρυσαυγίτες έλεγαν ότι είναι ένας “περαστικός”. Πρόκειται λοιπόν για μια εντυπωσιακή ομολογία.
Η προσπάθεια τώρα να διαχωριστεί η “πολιτική” από την “ποινική” ευθύνη σκοντάφτει στο συντριπτικό ανακριτικό υλικό με βάση το οποίο δικάζεται ο Μιχαλολιάκος και οι υπολοιποι χρυσαυγίτες. Η “πολιτική” δράση της Χρυσής Αυγής ήταν οι βίαιες εγκληματικές ενέργειες των ταγμάτων εφόδων εναντίον εχθρών της οργάνωσης (μεταναστών, αντιφρονούντων, κλπ). Ανάληψη “πολιτικής ευθύνης” εκ μέρους του Μιχαλολιάκου για αυτή τη δράση (κομμάτι της οποίας ήταν η δολοφονία Φύσσα) συνιστά ομολογία ενοχής για το βασικό αδίκημα που αντιμετωπίζει, αυτό της διεύθυνσης εγκληματικής οργάνωσης. Είναι βέβαιο ότι το δικαστήριο θα συνεκτιμήσει αυτή τη δήλωση στην έκδοση της απόφασής του, και φυσικά η πολιτική αγωγή δεν θα σταματήσει να την υπενθυμίζει.
Πολλή συζήτηση έγινε όσον αφορά το γιατί επέλεξε να κάνει αυτή τη δήλωση ο Μιχαλολιάκος, και ιδιαίτερα σ’ αυτή τη χρονική στιγμή. Η δήλωση δεν αποτελεί κάποια έκπληξη, αν γνωρίζει κανείς την επιχειρηματολογία της ναζιστικής οργάνωσης. Το μόνο που έχει κατορθώσει να αντιτάξει η Χρυσή Αυγή στα αδιάσειστα στοιχεία εναντίον της εγκληματικής δράσης της είναι η βιτρίνα του νόμιμου “πολιτικού κόμματος”. Έτσι λοιπόν, κατ’ αναλογία, η ποινική δίωξη βαφτίζεται μονότονα “πολιτική δίωξη”, η ηθική αυτουργία σε επιθέσεις κατά μεταναστών βαφτίζεται “πολιτικός λόγος” (του οποίου πρέπει να προστατευτεί η ελευθερία…), οι γιάφκες-ορμητήρια των δολοφονικών επιθέσεων βαφτίζονται “πολιτικά γραφεία”, οι μαχαιροβγάλτες που στέλνονται στη φυλακή βαφτίζονται “πολιτικοί κρατούμενοι”, και ούτω καθεξής. Με δεδομένα όλα αυτά, ήταν φυσικό κάποια στιγμή να φτάσουμε και στην αποποίηση της ποινικής ευθύνης, με την ανάληψη της “πολιτικής”, ειδικά τώρα που η Χρυσή Αυγή επιχειρεί να πείσει ότι έχει κάνει την “αυτοκριτική” της και μετατρέπεται σε “σοβαρό” κόμμα, με πρόγραμμα κλπ.
Επίσημα
Η προεκλογική περίοδος έδωσε στη Χρυσή Αυγή την ευκαιρία να κλιμακώσει αυτή την επιχειρηματολογία, η οποία γίνεται πλέον συστηματικά αποδεκτή από τη δικαστική εξουσία και το κράτος. Μέσα σε έναν μήνα, και για να καταφέρουν οι “βουλευτές” της Χρυσής Αυγής να διεξάγουν τον “πολιτικό” τους αγώνα, ήρθησαν οι περιοριστικοί όροι του Κασιδιάρη και του Κούζηλου και απελευθερώθηκε εκ νέου ο Λαγός, με αποτέλεσμα όλοι πλέον οι διευθύνοντες την εγκληματική οργάνωση να κυκλοφορούν ελεύθεροι. Η δήλωση περί “πολιτικής ευθύνης” ήθελε με τον πιο επίσημο τρόπο να ολοκληρώσει αυτό που η Χρυσή Αυγή λέει εδώ και καιρό: ότι η ποινική δίωξη έχει τελειώσει για την ηγεσία της οργάνωσης και ότι κάθε κουβέντα για απόδοση ποινικών ευθυνών “δεν την αφορά”, αφού το ζήτημα είναι “πολιτικό”.
Αυτό που δεν εκτίμησε σωστά ο Μιχαλολιάκος είναι ότι για τη μεγάλη πλειοψηφία του κόσμου στην Ελλάδα, που σιχαίνεται τους νεοναζί και θυμάται τη θυσία του Παύλου Φύσσα, τίποτα δεν έχει τελειώσει και η μάχη για την απόδοση των ποινικών ευθυνών των μαχαιροβγαλτών της Χρυσής Αυγής είναι όλη μπροστά μας. Το κύμα των αντιδράσεων ανάγκασε τη ναζιστική οργάνωση να κάνει απανωτές “επανορθωτικές” δηλώσεις και “ανασκευές”. Όμως, τίποτα δεν αλλάζει το γεγονός ότι, καθόλου τυχαία (και σίγουρα όχι από κάποιο “λάθος”), ο Μιχαλολιάκος ομολόγησε την ευθύνη για τις επιθέσεις των ταγμάτων εφόδου στην πιο εμβληματική υπόθεση, αυτή της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα. Και με την επιχειρηματολογία του αποκάλυψε ότι η πιο κομβική μάχη για τη ναζιστική εγκληματική οργάνωση είναι η πολιτική της επανανομιμοποίηση.
Ας το θυμούνται αυτό όσοι (από δεξιά και δυστυχώς σε κάποιες περιπτώσεις και από αριστερά) σπεύδουν να “υπερασπιστούν” τα “πολιτικά” δικαιώματα των νεοναζί. Αποδέχονται με τον τρόπο αυτό την ουσία της φριχτής δήλωσης Μιχαλολιάκου περί “πολιτικής ευθύνης”. Δεν έχουμε λοιπόν παρά να ευχαριστήσουμε τον Φύρερ όχι μόνο για την ομολογία που μας προσέφερε, αλλά και γιατί όρισε με ακρίβεια το πεδίο της σύγκρουσης και τα καθήκοντα του αντιφασιστικού κινήματος το αμέσως επόμενο διάστημα.