Οδηγούν σε φιάσκο τη δίκη της Χρυσής Αυγής

«Σήμερα ο Παύλος κλείνει 75 μήνες νεκρός, τον ξαναμαχαιρώσατε;» ρώτησε την εισαγγελέα η Μάγδα Φύσσα, που παρακολούθησε συγκλονισμένη την αγόρευσή της. EUROKINISSI/ΣΩΤΗΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ.

Η αγόρευση της εισαγγελέως ξεπέρασε και τις πιο τρελές προσδοκίες των κατηγορούμενων μελών της εγκληματικής οργάνωσης. Απορρίπτοντας επιδεικτικά τα συντριπτικά στοιχεία εναντίον τους, ευθυγραμμίστηκε με τους έωλους ισχυρισμούς της υπεράσπισης και ζήτησε την απαλλαγή όλων, εκτός από τον Γιώργο Ρουπακιά, ο οποίος, κατά την άποψή της, ενήργησε αυτοβούλως.

(Κείμενο: Δημήτρης Ψαρράς, Γιάννης Μπασκάκης, Γιώτα Τέσση, ΕφΣυν, 19/12/2019)

«Με συγχωρείτε, κυρία πρόεδρε, θα ήθελα να κάνω μία ερώτηση στην κυρία εισαγγελέα και να μου απαντήσει. Σήμερα ο Παύλος κλείνει 75 μήνες νεκρός, τον ξαναμαχαιρώσατε;». Με αυτήν τη συγκλονιστική απεύθυνση στην έδρα του δικαστηρίου, η Μάγδα Φύσσα τα είπε όλα. Η εισαγγελέας της έδρας Αδαμαντία Οικονόμου, με μια ακραία προκλητική πρόταση, κατάφερε να ξεπεράσει ακόμα και τα πιο τρελά όνειρα των κατηγορούμενων ναζιστών.

Γιατί, ρίχνοντας επιδεικτικά τα συντριπτικά στοιχεία σε βάρος τους στον κάλαθο των αχρήστων και χρησιμοποιώντας επιλεκτικά κάποια από αυτά κατά το δοκούν, επέλεξε να μη δει τον οργανωμένο χαρακτήρα της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα, επιχείρησε να υποβαθμίσει τις δολοφονικές επιθέσεις στους συνδικαλιστές του ΠΑΜΕ και στους Αιγύπτιους αλιεργάτες, προτείνοντας να μετατραπούν οι κατηγορίες σε ελαφρύτερες, και τελικά επέλεξε να μη δει, κάτω από τον μανδύα του πολιτικού κόμματος, την εγκληματική οργάνωση και να ζητήσει να απαλλαγούν ένας προς έναν όλοι οι κατηγορούμενοι για ένταξη σ’ αυτήν και για τη διεύθυνσή της.

Επιβεβαίωσε έτσι εμφατικά τον χαρακτηρισμό που της αποδίδεται για τη συνολική παρουσία της στη δίκη, ότι λειτουργεί ως «εισαγγελέας υπεράσπισης».

Η κ. Οικονόμου όχι απλά υιοθέτησε την υπερασπιστική γραμμή της Χρυσής Αυγής, αλλά την πήγε και πολύ παρακάτω. Μέχρι τώρα ο Μιχαλολιάκος άδειαζε και ξανάδειαζε τον Πατέλη και την Τοπική Οργάνωση της Νίκαιας, προσπαθώντας να φορτώσει αποκλειστικά σε αυτούς τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Γι’ αυτό αρχικά προσπαθούσε να πει ότι δήθεν τους διέγραψε και μετά το πήρε πίσω. Γι’ αυτό δήλωνε ότι τους απέλυσε από τα γραφεία της Μεσογείων και γι’ αυτό ισχυριζόταν ψευδώς ότι έκλεισε και ολόκληρη την Τοπική για πειθαρχικούς λόγους μετά τη δολοφονία.

Ενώ είναι ο ίδιος ο Αρχηγός που κατά την απολογία του τούς «κάρφωσε» όλους κανονικά, χαρακτηρίζοντας «παράξενο» το να μοιράζουν φυλλάδια μεταμεσονύχτια για την επικείμενη ομιλία του στη Νίκαια, για την οποία κατέθεσε ότι δεν ήταν και σίγουρος αν θα πήγαινε να την κάνει. Με άλλα λόγια, είχε διαλύσει τον βασικό υπερασπιστικό ισχυρισμό τους. Αλλά όλα αυτά ήταν ψιλά γράμματα για την κ. εισαγγελέα, η οποία, παρότι χθες δέχτηκε ότι οι κατηγορούμενοι χρυσαυγίτες πήγαν στον τόπο της δολοφονίας (πώς να αγνοηθούν άλλωστε οι μεταξύ τους κλήσεις την ώρα που οργανωνόταν το έγκλημα;), θεώρησε ότι δεν υπήρξε σχεδιασμός και ότι δεν ενίσχυσαν τον Ρουπακιά, ο οποίος για την κ. Οικονόμου τα έκανε όλα μόνος του και η παρουσία του στο σημείο ήταν «συμπτωματική».

Ξέχασε το κονβόι

Μάλιστα για να δικαιολογήσει την άποψη αυτή, υιοθέτησε τον ψευδή ισχυρισμό της Χρυσής Αυγής ότι ο Ρουπακιάς ειδοποιήθηκε μόνο από τον συγκατηγορούμενό του Γιώργο Δήμου, παραβλέποντας την κλήση με τον υπεύθυνο Ασφαλείας της Νίκαιας Ι. Καζαντζόγλου στις 23.36 (13 δεύτερα) και ξεχνώντας βέβαια το βίντεο με το κονβόι των χρυσαυγιτών που κατευθύνονται στον τόπο της δολοφονίας, όπου καταγράφεται το αυτοκίνητο του Ρουπακιά.

Για την κ. Οικονόμου το κίνητρο των πράξεων του Ρουπακιά (του μόνου δηλαδή, του οποίου την ενοχή ζήτησε) ήταν «να ανέβει στα μάτια των άλλων». Αλλά σε ποιο κανονικό κόμμα ένα μέλος ανεβαίνει στα μάτια των συντρόφων του όταν δολοφονεί; Αθελά της η εισαγγελέας παραδέχτηκε ότι μιλάμε για εγκληματική οργάνωση.

Οσον αφορά τις δολοφονικές επιθέσεις στους Αιγύπτιους αλιεργάτες και τους συνδικαλιστές του ΠΑΜΕ η εισαγγελέας ζήτησε η απόπειρα ανθρωποκτονίας να μετατραπεί σε ελαφρύτερη κατηγορία. Το επιχείρημά της ήταν ότι δεν υπήρχε ανθρωποκτόνος δόλος επειδή, λέει, τα θύματα τελικά δεν… πέθαναν! Για την επίθεση στους Αιγύπτιους πρότεινε να μετατραπεί η κατηγορία στο ελαφρύτερο κακούργημα της βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης και ενώ δέχτηκε ότι οι δράστες -τους οποίους έκρινε ενόχους- ήταν χρυσαυγίτες, θεώρησε την πράξη τους «μεμονωμένη», αποσιωπώντας και τα κίνητρά τους.

Την επίθεση στο ΠΑΜΕ η κ. Οικονόμου, η οποία ξέχασε τελείως την ομολογία του Λαγού ότι «μακελέψαμε» τους συνδικαλιστές του ΠΑΜΕ και τα μηνύματα που αποδεικνύουν τον καθοδηγητικό του ρόλο, επιχείρησε να την υποβαθμίσει από κακούργημα σε πλημμέλημα, προτείνοντας τη μετατροπή των κατηγοριών σε απλές και επικίνδυνες σωματικές βλάβες, προσπαθώντας να τη βγάλει από το κάδρο των κακουργημάτων της ναζιστικής οργάνωσης.

Στο δεύτερο μέρος της αγόρευσής της η εισαγγελέας αναφέρθηκε στο ζήτημα της εγκληματικής οργάνωσης. Υιοθετώντας τη σχετική επιστημονική βιβλιογραφία που έχει ήδη αναπτυχθεί, απέρριψε το σκεπτικό της μειοψηφίας του δικαστικού συμβουλίου που συνέταξε το παραπεμπτικό βούλευμα, σύμφωνα με το οποίο πρέπει να εφαρμοστεί η Σύμβαση του Παλέρμο, η οποία προβλέπει ότι για τον ορισμό μιας οργάνωσης ως εγκληματικής απαιτείται να υπάρχει οικονομικό όφελος των δραστών.

Το ίδιο επιχείρημα είχε υποστηρίξει και η υπεράσπιση της Χρυσής Αυγής στο τέλος της ακροαματικής διαδικασίας. Ομως το συμπέρασμα της κ. Οικονόμου ήταν ότι δεν μπορεί να θεωρηθούν ως διευθυντές εγκληματικής οργάνωσης τα μέλη της ηγεσίας της οργάνωσης (ο Ν. Μιχαλολιάκος και η υπόλοιπη Κοινοβουλευτική Ομάδα της οργάνωσης, όπως αναφέρει το βούλευμα), ούτε απλά μέλη εγκληματικής οργάνωσης (οι υπόλοιποι κατηγορούμενοι).

Δεν αποδείχτηκε -κατά την εισαγγελέα- ότι οι εγκληματικές πράξεις στις οποίες ενέχονται τα μέλη της Χρυσής Αυγής έγιναν με εντολή της ηγεσίας, «δεν αποδείχτηκε κεντρικός σχεδιασμός», ούτε «ήταν στοχοποιημένοι» εκείνοι που αποτέλεσαν τα θύματά της. «Δεν αποδείχτηκε εντολή του γραμματέα προς τέλεση αξιόποινων πράξεων. Είναι μεμονωμένα περιστατικά και καμία σχέση δεν έχουν με τη Χρυσή Αυγή», ήταν η κατάληξή της.

Προκειμένου να στηρίξει αυτήν την άποψη, η εισαγγελέας προχώρησε στην ανάγνωση διαφόρων ακραίων δηλώσεων της ηγεσίας (όχι πάντως των πιο ενοχοποιητικών), συμπεραίνοντας με εντελώς αυθαίρετο τρόπο ότι αυτές οι δηλώσεις δεν αποτελούσαν παραινέσεις προς τα μέλη της οργάνωσης για να διαπράξουν εγκληματικές πράξεις. Αλλά αν δεν συνδυαστούν αυτές οι δηλώσεις με το χρονικό σημείο που διατυπώθηκαν και το τι ακολούθησε, δεν είναι δυνατόν να τεκμηριωθεί ο ρόλος της ηγεσίας στην εγκληματική οργάνωση.

Υιοθέτησε ψεύδη

Απέφυγε, λ.χ., η εισαγγελέας να συνδυάσει τις δηλώσεις Λαγού για τους Αιγύπτιους αλιεργάτες με το γεγονός ότι ακολούθησε η επίθεση στο σπίτι τους. Δεν συνδύασε ακόμα την ομαδική παρουσία Λαγού-Παναγιώταρου, Μίχου κ.ά. στο Πέραμα με την επίθεση στους αφισοκολλητές του ΠΑΜΕ κ.ο.κ. Επίσης δεν ελήφθησαν υπόψη όλες οι σαφείς παραινέσεις-ομολογίες των πυρηναρχών, όπως το ανατριχιαστικό «μόλις πάρουμε το ο.k. από πάνω, ό,τι κινείται σφάζεται» του Πατέλη και δεκάδες άλλα παρόμοια.

Εφτασε μάλιστα η εισαγγελέας στο σημείο να υιοθετεί αυτούσιες τις δικαιολογίες που πρόβαλαν τα ίδια τα στελέχη της Χρυσής Αυγής γι’ αυτές τις δηλώσεις, όπως το επιχείρημα του Κασιδιάρη όταν έλεγε ότι «όλες οι καλές δουλειές νύχτα γίνονται», ότι δήθεν εννοούσε τη δράση της αστυνομίας.

Ισως η πιο χαρακτηριστική στιγμή της αγόρευσής της ήταν όταν επιχείρησε να σχετικοποιήσει την ισχύ του Καταστατικού της οργάνωσης που έχει κατατεθεί κατά την προκαταρκτική εξέταση στον αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Χαρ. Βουρλιώτη. Η κ. Οικονόμου υποστήριξε ότι το μόνο γνήσιο καταστατικό είναι αυτό που έχει κατατεθεί στον Αρειο Πάγο μετά τις εκλογές του 2012 και ότι μέχρι τότε υπήρχε μόνον ένα δισέλιδο καταστατικό.

Η ένσταση

Επικαλέστηκε, μάλιστα, τη μαρτυρία του Αρη Σπίνου, αποδίδοντάς του εσφαλμένα ότι είχε μοιραστεί στο συνέδριο του 1992 αυτό το δισέλιδο. Ομως ο Σπίνος είχε μιλήσει για καταστατικό σε φυλλάδιο, με αποτέλεσμα να ξεσηκώσει την μήνιν της Χρυσής Αυγής.

Είναι τουλάχιστον περίεργο το γεγονός ότι η ίδια εισαγγελέας είχε προτείνει στις 6.7.2018 την απόρριψη της ένστασης που υπέβαλε προσωπικά ο Ν. Μιχαλολιάκος διά των συνηγόρων του, ισχυριζόμενος ότι είναι πλαστό το έγγραφο αυτό. Η εισαγγελέας υποστήριξε ότι από τα έγγραφα που προσκομίστηκαν δεν προκύπτουν ενδείξεις πλαστότητας και κατέληξε:

«Πρέπει να επισημανθεί το γεγονός ότι ενώ ο κατηγορούμενος Νικόλαος Μιχαλολιάκος γνώριζε την ύπαρξη του ανωτέρω εγγράφου, από τη στιγμή που κατατέθηκε από τον μάρτυρα Δημήτριο Ψαρρά [τον Σεπτέμβριο του 2013] σε ουδεμία ενέργεια προέβη προκειμένου να το προσβάλει. Αντίθετα, στην απολογία του στις 2.10.2013 υποστήριξε ότι το έγγραφο αυτό “απηχεί ακραιφνείς εθνικοσοσιαλιστικές θέσεις, οι οποίες ουδεμία σχέση έχουν με την πραγματική ιδεολογία της Χρυσής Αυγής”. Ομως ο ισχυρισμός αυτός είναι αβάσιμος, εφόσον κατά την προβολή συγκεκριμένων βίντεο γίνονται αναφορές στις εθνικοσοσιαλιστικές θέσεις της οργάνωσης».

Τώρα η ίδια αναιρεί τον εαυτό της και δέχεται τους ισχυρισμούς της οργάνωσης ότι έδιωξε τους «ακραίους» μετά το 1992, ότι οι ναζιστικοί χαιρετισμοί είναι «αρχαιοελληνικοί» και ότι οι ύμνοι στον Χίτλερ είναι «ιστορικά κείμενα».

Το δικαστήριο θα συνεχίσει στις 8 Ιανουαρίου με αγορεύσεις συνηγόρων πολιτικής αγωγής.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.