Ο συνήγορος υπεράσπισης του Μιχαλολιάκου ποινικολόγος Παναγιώτης Μιχαλόλιας.
Είναι γνωστό ότι σε όλη τη διάρκεια της δίκης της Χρυσής Αυγής, η υπεράσπιση αξιοποίησε κάθε δυνατό δικονομικό τέχνασμα για να καθυστερήσει τη διαδικασία. Με τον τρόπο αυτό, θεωρούσε ότι αφενός θα απαξιώσει το δικαστήριο στα μάτια της κοινής γνώμης (εξού και οι διαρκείς δημόσιες αναφορές της οργάνωσης σε “δίκη-παρωδία”, βλ. δηλώσεις Λαγού, Ηλιόπουλου, Καρακώστα, κλπ) αφετέρου θα αξιοποιήσει τυχον μελλοντικές ευκαιρίες επανανομιμοποίησης, όπως πχ κάποια θετικότερα εκλογικά αποτελέσματα. Μάλιστα, κάποιοι δικηγόροι της υπεράσπισης δεν δίσταζαν να αναφέρουν τις ψήφους της Χρυσής Αυγής ως στοιχείο που κατατείνει στην αθωότητα των εντολέων τους και στην απονομιμοποίηση του κατηγορητηρίου.
Η στρατηγική αυτή της συνειδητής κωλυσιεργίας από πλευράς της υπεράσπισης αποδείχθηκε ολέθρια.
Πλέον, όλοι οι υποστηρικτές της Χρυσής Αυγής, είτε εξακολουθούν να στηρίζουν τον Μιχαλολιάκο είτε τον καλούν να αποχωρήσει, αναφέρουν τη δικαστική εκκρεμότητα ως τη βασική αιτία της εκλογικής αποτυχίας του κόμματος. Πιστεύοντας ωστόσο τις δικαιολογίες της οργάνωσης, αποδίδουν εσφαλμένα την καθυστέρηση σε “σκευωρία του ΣΥΡΙΖΑ και της Νέας Δημοκρατίας”, κλπ κλπ. Είναι όμως έτσι;
Αν η υπεράσπιση το επιθυμούσε, θα μπορούσε να έχει πετυχει την ολοκλήρωση της δικης ΤΟ ΑΡΓΟΤΕΡΟ μέσα στο 2018. Συγκεκριμένα:
α. Η υπεράσπιση, κατά τη διάρκεια της αποχής των Δικηγορικών Συλλόγων το πρώτο εξάμηνο του 2016, δεν αιτήθηκε από τον ΔΣΑ, όπως θα μπορούσε να το πράξει, εξαίρεση από την αποχή προκειμένου να λάβει άδεια, όπως το έπραξαν οι δικηγόροι πολιτικής αγωγής της οικογένειας Φύσσα. Αν οι δικηγόροι της υπεράσπισης το επέλεγαν, το δικαστήριο θα λειτουργούσε ολόκληρο το πρώτο εξάμηνο του 2016, διάστημα κατά το οποίο χάθηκαν περίπου 40 ορισθείσες δικάσιμοι.
β. Η υπεράσπιση συνειδητά κωλυσιέργησε τη διαδικασία ανάγνωσης των εγγράφων, προσκομίζοντας χιλιάδες κοινοβουλευτικές ερωτήσεις και ομιλίες. Έτσι η φάση των εγγράφων υπεράσπισης διήρκησε από τις 12/9/2018 μέχρι τις 28/2/2019, δηλαδή επί 58 δικασίμους. Ενώ η υπεράσπιση θα μπορούσε να ζητήσει, για παράδειγμα, την ανάγνωση από το δικαστήριο των τίτλων ή κάποιων ερωτήσεων ενδεικτικά, αξίωσε την ανάγνωση όλων των χιλιάδων προσκομισθέντων εγγράφων, αίτημα που το δικαστήριο έκανε δεκτό με το προφανές σκεπτικό (παρά τις αντιδράσεις της πολιτικής αγωγής) να μη στερηθούν οι κατηγορούμενοι οποιοδήποτε υπερασπιστικό τους δικαίωμα. Αν αναγιγνώσκονταν μόνον τα όποια ουσιώδη έγγραφα προσκόμισε η υπεράσπιση, η φάση αυτή δεν θα διαρκούσε παραπάνω από 10 δικάσιμες μέρες, αντί για 58.
γ. Η υπεράσπιση καθυστέρησε περαιτέρω τη φάση εξέτασης των μαρτύρων υπεράσπισης (από 6/3/2019 εως 21/5/2019), φέρνοντας τους μάρτυρες “με το σταγονόμετρο”. Το γεγονός αυτό είχε ως αποτέλεσμα αρκετές δικάσιμοι να λήγουν πρόωρα, με την Πρόεδρο Μαρία Λεπενιώτη να ζητά πλέον να καταγραφεί στα πρακτικά η αιτιολογία λήξης της συνεδρίασης που ήταν η μη προσέλευση μαρτύρων υπεράσπισης, “αν και οι συνήγοροι υπεράσπισης είχαν ειδοποιηθεί”. Στο σημείο αυτο είχε ήδη καταστεί κατανοητό σε κάθε καλόπιστο παρατηρητή ότι η υπεράσπιση δεν επιθυμούσε την έναρξη των απολογιών πριν τις εκλογές της 26 Μαϊου και αυτός ήταν πλέον ο στόχος της κωλυσιεργίας.
δ. Η υπεράσπιση, τέλος, αδιαφόρησε πλήρως για κάθε πρωτοβουλία επίσπευσης της διαδικασίας, αίτημα που προβλήθηκε αποκλειστικά από την πολιτική αγωγή (εντατικοποίηση δικασίμων, αποκλειστική απασχόληση δικαστών, επίλυση ζητήματος αίθουσας, κλπ). Πρόκειται για μοναδική περίπτωση στα δικαστικά χρονικά όπου οι κατηγορούμενοι δηλώνουν “όμηροι μιας δικαστικής σκευωρίας” και διακηρύσσουν δημόσια την αθωότητά τους, αλλά είναι η πολιτική αγωγή αυτή που αγωνίζεται για μέτρα επίσπευσης της δίκης. Είναι χαρακτηριστικές οι παρεμβάσεις του πρώτου των υπερασπιστών Παναγιώτη Μιχαλόλια (αδελφού και συνηγόρου υπεράσπισης του Μιχαλολιάκου) στις οποίες, μετά από ανακοίνωση δικασίμων από την Πρόεδρο, διαμαρτυρόταν για την τακτικότητά τους και ζητούσε να ορίζονται “πέντε κάθε μήνα”. Με τον ρυθμό αυτό βέβαια, η δίκη θα τελείωνε το 2025…
Από όλα τα παραπάνω προκύπτει περίτρανα ότι η δίκη θα μπορούσε, με επιλογή της υπεράσπισης, να τελειώσει μέσα στο 2018.
Ωστόσο επιλέχθηκε η στρατηγική της κωλυσιεργίας.
Αν δεν είχε επιλεγεί, θα είχαν αποφευχθεί, καθώς δεν θα είχαν χρονικά συμβεί: οι μαζικές αποχωρήσεις κρίσιμων στελεχών (όπως οι Συναδινός, Επιτήδειος, Φουντούλης) που τελικά δεν προσήλθαν ως μάρτυρες υπεράσπισης στο δικαστήριο, οι αλλαγές υπερασπιστών (όπως η αντικατάσταση από τον Μίχο του συνηγόρου Ι. Ζωγράφου με νέο συνήγορο, τον Στ. Γρηγορίου, και νέα επίφοβη για την οργάνωση υπερασπιστική γραμμή), η εκλογική ήττα της 26ης Μαϊου 2019 που μπορεί να μην έχει συνέπεια στο δικαστήριο το οποίο δικάζει βάσει δικογραφίας και κατηγορητηρίου, θα έχει όμως συνέπειες στις απολογίες των κατηγορούμενων μελών που πλέον καταλαβαίνουν ότι η ναζιστική οργάνωση οδεύει στα βράχια…
Κατόπιν τούτων, οι απολογίες ξεκινούν στις 19 Ιουνίου (κατά την πρώτη δικάσιμο της 18ης Ιουνίου θα ολοκληρωθεί η εξέταση του τελευταίου μάρτυρα) και η υπεράσπιση έχει να επιλέξει: είτε να προκρίνει την όσο το δυνατόν πιο εσπευσμένη προσέλευση των ηγετικών στελεχών της Χρυσής Αυγής στις δικασίμους του Ιουνίου (19/6, 20/6, 21/6, 24/6, 25/6, 26/6, 27/6, 28/6) προκειμένου αυτοί να απολογηθούν με δεδομένη τη βουλευτική τους ιδιότητα, είτε να προκρίνει την προσέλευσή τους τον Ιούλιο χωρίς όμως πλέον να είναι δεδομένο ότι οι κατηγορούμενοι θα είναι βουλευτές.
Πρόκειται για ομολογουμένως δύσκολο δίλημμα, για το οποίο όμως η υπεράσπιση δεν έχει να κατηγορεί κανέναν άλλον πέρα από τον εαυτό της.